Την παραπομπή 41χρονου σε δίκη, με την κατηγορία της συνέργειας, πρότεινε η Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών, για την υπόθεση της αρπαγής και κακοποίησης της 10χρονης Μαρκέλλας που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο.
Το άτυχο κορίτσι είχε εξαφανιστεί τον Ιούνιο του 2020 στη Θεσσαλονίκη κατά την επιστροφή του από το σχολείο, με την Αστυνομία να συλλαμβάνει μία 34χρονη που βρίσκεται στη φυλακή, η οποία ανήκε στο φιλικό περιβάλλον της οικογένειας το παιδιού. Νέα τροπή στην υπόθεση δίνει η εισαγγελική πρόταση για παραπομπή σε δίκη 41χρονου, πρώην συντρόφου της κατηγορουμένης.
Απολογούμενος ενώπιον της Ανακρίτριας ο φερόμενος ως συνεργός της 34χρονης αρνήθηκε τις πράξεις που του αποδίδονται και ισχυρίσθηκε ότι «η κατηγορουμένη, με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση, τον είχε εξαπατήσει εμφανιζόμενη ως καλό και ευαίσθητο άτομο, που επιδίωκε να σώσει ένα γνωστό της ανήλικο κορίτσι από το κακοποιητικό περιβάλλον στο οποίο διαβιούσε». Ισχυρίσθηκε ότι ποτέ δεν μετέβη στο σπίτι του η 34χρονη στη διάρκεια κατακράτησης του παιδιού, ενώ ο ίδιος μετέβη έντρομος μόνο μέχρι την είσοδο της οικοδομής της κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 12.06.2020 όταν είδε στην τηλεόραση το μήνυμα για την εξαφάνιση της Μαρκέλλας και αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για το κορίτσι, που του είχε αναφέρει η σύντροφός του.
Όπως ανέφερε, «προσήλθε στην είσοδο της οικοδομής της, προκειμένου να της παραδώσει τα προσωπικά αντικείμενα, που είχε αφήσει στην κατοικία του, μεταξύ των οποίων και ο φορητός υπολογιστής της, που είχε συνδεθεί νωρίτερα στο wifi του». Ισχυρίσθηκε δε ότι μετά από πολύωρη διένεξη, που έλαβε χώρα μεταξύ τους στο δρόμο, παρέμεινε μέχρι τις πρωινές ώρες σε απροσδιόριστη τοποθεσία της Καλαμαριάς προσδοκώντας την παράδοση του παιδιού στις Αρχές και ότι έκτοτε δεν μετέβη ξανά στο σημείο».
Ωστόσο, στην εισαγγελική πρόταση αναφέρεται ότι δεν εξήγησε για ποιο λόγο έθεσε σε λειτουργία τον υπολογιστή της κατηγορουμένης στο σπίτι του, με αποτέλεσμα να συνδεθεί αυτός στο δίκτυό του πριν προσέλθει στην Καλαμαριά για να της τον παραδώσει, σε ποια τοποθεσία στην Καλαμαριά παρέμεινε περιμένοντας την παράδοση του παιδιού στις Αρχές μέχρι τις πρωινές ώρες αν όχι στο διαμέρισμα της κατηγορουμένης και πώς ενεργοποιήθηκαν οι κεραίες στην Καλαμαριά τις απογευματινές και βραδινές ώρες της 12.06.2020, αν ο ίδιος δεν κινήθηκε, όπως ισχυρίζεται, στην περιοχή στους προαναφερόμενους χρόνους.
Ο κατηγορούμενος, προς επίρρωση των ισχυρισμών του, επικαλέστηκε το γεγονός ότι η ανήλικη στην κατάθεσή της δεν αναφέρθηκε καθόλου στην παρουσία κάποιου άνδρα στην κατοικία της κατηγορουμένης. Η αντιεισαγγελέας αναφέρει, ότι από το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας προέκυψε ότι η ανήλικη κατά το χρόνο στέρησης της ελευθερίας της είχε υποχρεωθεί σε χρήση ναρκωτικών ουσιών και είχε περιέλθει σε κατάσταση έντονης σύγχυσης και απώλειας της συνείδησης, ώστε θα μπορούσε ευχερώς να μην γίνει αντιληπτή η παρουσία του κατηγορούμενου μέσα στο σπίτι. Ως εκ τούτου, αναφέρει η Εισαγγελέας, «φρονώ ότι οι προαναφερόμενοι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου, αντιβαίνοντες στη λογική και στα αποδεικτικά στοιχεία, τυγχάνουν μη πειστικοί».
Στην εισαγγελική πρόταση για παραπομπή του 41χρονου σε δίκη αναφέρεται ότι «επισκέφτηκε επανειλημμένα την κατοικία της κατηγορουμένης, ενώ κατακρατούσε την ανήλικη και ήταν παρών κατά την απελευθέρωση αυτής. Της παρείχε ψυχική υποστήριξη διαβεβαιώνοντας την ότι θα της συμπαρασταθεί και προτείνοντάς την να συναντηθούν ή να της στείλει ό,τι χρειάζεται με άλλο έμπιστο πρόσωπο (…) Αφού η κατηγορουμένη είχε αρπάξει την ανήλικη, της είχε χορηγήσει ναρκωτικές ουσίες και την κρατούσε στην οικία της στην Καλαμαριά, μετέβη στην κατοικία του δεύτερου κατηγορουμένου».