Ελ. Ροφαέλα: Φυσιολογικός εν μέρει ο φόβος, αλλά το Νοσοκομείο είναι το πιο ασφαλές περιβάλλον
Π. Διούδη: Η πανδημία πυροδότησε και άλλους φόβους και φοβίες
Για «σκασιαρχεία» ασθενών με κορωνοϊό από το Νοσοκομείο Ξάνθης από την μια, αλλά και για «διστακτικούς» ασθενείς που ενώ αντιμετωπίζουν θέματα υγείας, δεν προσέρχονται στο νοσηλευτικό ίδρυμα, γίνεται λόγος το τελευταίο διάστημα.
Υπάρχει όντως φόβος και διστατικότητα; Γιατί συμβαίνει αυτό; Τι συμβαίνει στο Νοσοκομείο Ξάνθης; Ο φόβος που προκλήθηκε με αφορμή την πανδημία, πυροδότησε και άλλους φόβους ή και φοβίες;
Σε όλα τα παραπάνω απαντούν, μέσα από την «Θ» (κατά περίπτωση) η Διοικήτρια του ΓΝΞ κ. Έλενα Ροφαέλα και η Ψυχολόγος και Επιστημονικά Υπεύθυνη Κέντρου Πρόληψης «Έκφραση» Ν. Ξάνθης κ. Παγώνα Διούδη.
ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΝ ΜΕΡΕΙ Ο ΦΟΒΟΣ, ΑΛΛΑ… ΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΑΣΦΑΛΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Αναλυτικότερα η κ. Ροφαέλα, εξήγησε στην «Θ» ότι:
Υπάρχει μια μερίδα πολιτών που φοβούνται και εν μέρει είναι φυσιολογικό. Δυστυχώς, με κάποιον λανθασμένο τρόπο έχει ταυτιστεί το Νοσοκομείο και η λειτουργία του, με την ύπαρξη του ιού. Εμείς, τον ιό τον θεραπεύουμε και μάλιστα τον καταπολεμούμε θέτοντας πολύ αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα. Έχουμε αντιμετωπίσει πάρα πολλά περιστατικά. Ουσιαστικά το Νοσοκομείο είναι ο φορέας που αντιμετωπίζει τον ιό. Δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ διασπορά μέσα στο Νοσοκομείο. Τηρούμε πολύ αυστηρά τα υγειονομικά πρωτόκολλα κατά της πανδημίας, έχουμε δημιουργήσει τις δομές του ΓΝΞ με τέτοιο τρόπο ώστε να δεχόμαστε με ασφάλεια τα περιστατικά (υπάρχει ειδική πτέρυγα ΤΕΠ CoviD, με αίθουσες αρνητικής πίεσης που ελάχιστα επαρχιακά νοσοκομεία έχουν), έχουμε επίσης επάνω την κλινική CoviD η οποία λειτουργεί εδώ και δύο χρόνια, με τα ίδια αυστηρά πρωτόκολλα, το προσωπικό μας τηρεί με ευλάβεια και μεγάλη αυστηρότητα τα μέτρα και για αυτό δεν υπήρξε περιστατικό διασποράς είτε στους ασθενείς είτε μέσα στο Νοσοκομείο από το προσωπικό μας. Επίσης, έχουμε ένα από τα καλύτερα ποσοστά επιμόλυνσης (πόσο προσωπικό νόσησε σε έναν νομό που ήταν πάντα στο «κόκκινο» ) στην Ελλάδα. Εμείς θέσαμε και τους δώσαμε αυστηρά πρωτόκολλα με την Επιτροπή Ενδονοσοκομειακών Λοιμώξεων και με την πιστή τήρηση των μέτρων, έμειναν όλοι ασφαλείς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να φοβάται ο κόσμος. Το νοσοκομείο είναι σε πλήρη λειτουργία, γίνονται χειρουργεία, τα επείγοντα δέχονται όλα τα περιστατικά ενώ στις αίθουσες των επειγόντων έχουμε φροντίσει να έχουμε – και εκεί – κρεβάτια με αρνητική πίεση, ώστε οποιοδήποτε περιστατικό – ακόμη και αν δεν περάσει από τα ΤΕΠ CoviD, να λάβει τις πρώτες βοήθειες. Επιπλέον, υπάρχει και πολύ συγκεκριμένο πρωτόκολλο και για τους εισερχόμενους στο Νοσοκομείο. Οπότε, αν εξαιρέσουμε τα επείγοντα, μιλάμε για ένα περιβάλλον (αφού και όλο το προσωπικό είναι εμβολιασμένοι και οι περισσότεροι ασθενείς μας ελεγμένοι) απόλυτα ασφαλές. Σε όλους τους ασθενείς γίνονται pcr για να κάνουν επεμβάσεις, εκτός από rapid test γίνεται και pcr για μια εισαγωγή και άρα όλοι όσοι βρίσκονται στο Νοσοκομείο είναι είτε εμβολιασμένοι είτε πολύ καλά ελεγμένοι. Είναι ίσως το πιο ασφαλές περιβάλλον – σε κλειστό χώρο – που μπορεί να υπάρχει στον Νομό Ξάνθης. Από την αρχή της πανδημίας, έχουμε νοσηλεύσει πάνω από 1300 θετικά περιστατικά, έχουμε δει πάνω από 6200 ύποπτα (και θετικά) και δεν υπήρξε διασπορά. Δεν υπήρξε τίποτα και ειδικά τώρα που μπαίνουν ολοι ελεγμένοι στο Νοσοκομείο, δεν υπάρχει κανένας λόγος φόβο. Αυτό που ζητάμε από τον κόσμο, ακόμη και αν είναι εμβολιασμένοι και ελεγμένοι, είναι – φυσικά – η σωστή χρήση μάσκας, η αντισηψία των χεριών και όλα τα μέτρα προστασίας που προβλέπονται, για να διατηρήσουμε την κατάσταση σε αυτό το επίπεδο.
ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΚΑΙ ΦΟΒΟΣ
Από την πλευρά της η κ. Διούδη επισήμανε ότι:
Αδιαμφισβήτητα, η εξάπλωση του κορωνοϊού, επηρέασε σχεδόν κάθε πτυχή της ζωής των ανθρώπων, προκαλώντας ανησυχία και φόβο. Με λίγα λόγια, σχετίστηκε με το βασικό ένστικτο της επιβίωσης, απέναντι σε έναν αόρατο «εχθρό» και ξύπνησε απρόβλεπτες συμπεριφορές. Ως ανθρωπότητα, βιώνοντας την πανδημία, μια έννοια που είχε απειλητικές προεκτάσεις για όλους μας, φοβηθήκαμε, τρομοκρατηθήκαμε, πανικοβληθήκαμε γιατί επί της ουσίας δεν γνωρίζαμε για ποιο κίνδυνο μιλάμε. Αυτό, επιδείνωσε και το αίσθημα της έλλειψης ελέγχου, γιατί όταν δεν ξέρεις ποια είναι η απειλή και ποιος είναι ο κίνδυνος, τι μπορεί να επιφέρει αυτός ο κίνδυνος στο μέλλον, σε κάνει να νιώθεις ότι δεν έχεις τον έλεγχο της ίδιας σου της ζωής. Επίσης επιδείνωσε και τον φόβο της απώλειας της ίδιας σου της ζωής, της απώλειας των αγαπημένων σου, τον φόβο μην αρρωστήσεις και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η ασθένεια, το άγχος από την έλλειψη πληροφόρησης (για κάποιους ανθρώπους) ή η καταστροφολογία ή η άγνωστη πορεία της νόσου. Όταν – για παράδειγμα – έχω μια γρίπη ή όταν έχω μια συγκεκριμένη διάγνωση επάνω σε κάποια ασθένεια που είναι γνωστή εδώ και χρόνια και αντιμετωπίζεται με επιτυχία από τους θεράποντες γιατρούς, τότε ξέρω ποια θα είναι η πορεία της νόσου, ξέρω τι αγωγή θα πάρω και ξέρω ότι θα κάνει τον «κύκλο» της και θα περάσει. Όταν όμως έχω να κάνω με μια καινούρια κατάσταση και δεν ξέρω ποια είναι η πορεία της, ποιες είναι οι επιπλοκές της, ούτε τι κατάληξη μπορεί να έχει ούτε τι μπορεί να μου αφήσει ως παρενέργειες, τότε όλα αυτά σαφώς και πυροδοτούν τον φόβο του ανθρώπου. Επίσης είναι και ο φόβος της μοναξιάς, που είναι μια σημαντική παράμετρος, που έχει ενισχυθεί με αφορμή την πανδημία. Φοβόμαστε να μην μείνουμε μόνοι σε ένα δωμάτιο, να μην νοσήσουμε και πεθάνουμε μόνοι (ο φόβος της μοναξιάς έχει υπεισέρθει στις σχέσεις πολλών ανθρώπων ακόμη πιο έντονα, από ότι στο παρελθόν).
Άλλοι άνθρωποι, μπροστά στον φόβο, ακινητοποιούνται (παραλύουν) και νιώθουν ότι δεν μπορούν να κάνουν κάτι. Άλλοι στέκονται απαθείς (αλλά και η απάθεια σημαίνει ότι απωθούν τον φόβο γιατί δεν μπορούν να τον αντέξουν), άλλοι δρουν προκειμένου να ελέγξουν – ό,τι θεωρούν ότι μπορούν) και άλλοι ίσως θυμώνουν. Ο θυμός, είναι ένα δυσφορικό συναίσθημα που προκαλεί εκνευρισμό, οργή, θλίψη. Σε αυτές τις διαφορετικές τάσεις των ανθρώπων, σημαντικό ρόλο παίζει και η προσωπικότητα του καθενός, τα βιώματά του, οι πεποιθήσεις του (το υπόβαθρο του ατόμου) αλλά και οι σχέσεις εμπιστοσύνης που έχει αναπτύξει ο πολίτης με το κράτος (τις δομές, το σύστημα υγείας, τους γιατρούς ως θεσμό κ.ο.κ). Αν ο πολίτης δεν εμπιστεύεται το κράτος και τα όργανα, αν δεν έχει μάθει να εμπιστεύεται το σύστημα υγείας, τότε είναι δύσκολο και να ακολουθήσει ίσως τις οδηγίες των αρμοδίων.
Ο ΦΟΒΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ, ΠΥΡΟΔΟΤΗΣΕ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΦΟΒΟΥΣ – ΑΣ ΕΣΤΙΑΣΟΥΜΕ ΣΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΣ «ΣΥΝΔΕΘΟΥΜΕ» ΟΣΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΥΝ
Επιπλέον η ίδια, σημείωσε ότι:
Ο φόβος που προκλήθηκε με αφορμή την πανδημία, πυροδότησε και άλλους φόβους. Υπάρχουν – για παράδειγμα – πάρα πολλοί άνθρωποι που άρχισαν να έχουν ασθενοφοβία, απέναντι σε κάθε μορφή ασθένειας, υπάρχου πολλοί άνθρωποι που ανέπτυξαν ψυχαναγκασμούς και καταναγκασμούς. Επίσης, άλλοι άνθρωποι παθαίνουν κρίσεις πανικού ή έχουν φοβίες. Επομένως, όλη αυτή η συναισθηματική «αντίδραση» στην πανδημία, ενίσχυσε και πολλά άλλα συναισθήματα άγχους, φόβου, θλίψης τα οποία ταλαιπωρούν πάρα πολλούς συμπολίτες μας. Ας μην ξεχνάμε ότι δεν έχει κλείσει ο κύκλος της πανδημίας. Για αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τις οδηγίες και την προτροπή των ειδικών, να εστιάσουμε σε αυτά που μπορούμε να κάνουμε, να συνδεθούμε όσο περισσότερο μπορούμε με τους ανθρώπους γύρω μας (σε ένα πλαίσιο ασφαλείας βέβαια, γιατί και η ασφάλεια ορίζεται για τον καθένα μας με διαφορετικό τρόπο), να αφήσουμε ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν και – ίσως – μπορούμε με έναν τρόπο να διαχειριστούμε ή να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά μας. Να μην τα παραβλέψουμε και να προσπαθήσουμε να βρούμε είτε αρωγούς (που θα μας βοηθήσουν να τα διαχειριστούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο) είτε μέσα από μια ατομική διαδικασία, να εξελιχθούμε ως προς αυτήν την κατεύθυνση.