Η πρώτη εικόνα από τις Πανελλαδικές Εξετάσεις

Αναμένεται διεύρυνση της ψαλίδας στις επιδόσεις των καλά διαβασμένων υποψηφίων από τους λιγότερο προετοιμασμένους

Σαφής είναι φέτος η αλλαγή φιλοσοφίας στα θέματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων για ένα εισιτήριο στα πανεπιστήμια. Το κύριο χαρακτηριστικό είναι μία στροφή σε θέματα για την επίλυση των οποίων οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν μελετήσει συνδυαστικά τη διδακτέα ύλη, να έχουν γνώσεις από προηγούμενες τάξεις και να διαθέτουν κριτική σκέψη.

Η αποστήθιση είναι ξεπερασμένο εργαλείο, απαιτείται κατανόηση της θεωρίας. Σαφές είναι επίσης, σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Καθημερινής» από έμπειρους καθηγητές και βαθμολογητές, ότι φέτος ετέθησαν θέματα γενικά δυσκολότερα του 2021, με αποτέλεσμα η εικόνα των επιδόσεων να είναι –παρά τις επιμέρους διαβαθμίσεις ανά επιστημονικό πεδίο– πτωτική.

Ειδικότερα, περίπου 100.000 μαθητές έχουν κάνει αίτηση συμμετοχής στις φετινές Πανελλαδικές. Οπως συμβαίνει ετησίως, ο αριθμός όσων προσήλθαν στα εξεταστικά κέντρα είναι μικρότερος. Γι’ αυτούς για το ακαδημαϊκό έτος 2022-23 διατίθενται 68.394 θέσεις στα πανεπιστήμια. Σε αυτές τις θέσεις θα προστεθούν οι περίπου 2.000 στις παραγωγικές σχολές (Στρατού, Αστυνομίας, Πυροσβεστικής, Λιμενικού, Εμπορικού Ναυτικού).

Βέβαια, τα φώτα στρέφονται στη μεγαλύτερη κατηγορία υποψηφίων, των Γενικών Λυκείων. Γι’ αυτούς η Ιστορία, η Φυσική και η Οικονομία είναι τα τρία μαθήματα που έριξαν την Παρασκευή την αυλαία των φετινών Πανελλαδικών Εξετάσεων στα υποχρεωτικά μαθήματα.

Για τη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία Γενικής Παιδείας, μάθημα το οποίο άνοιξε την αυλαία, ζητήθηκε από τους υποψηφίους να εκφράσουν τη γνώμη τους για την αξία της ιστορικής γνώσης και να αναφέρουν βιωματικούς τρόπους που μπορούν να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον τους για το ιστορικό παρελθόν.

Τα θέματα κρίθηκαν ότι δεν παρουσίαζαν ιδιαίτερες δυσκολίες, σύμφωνα με την ομάδα φιλολόγων των φροντιστηρίων «έλιξ». Μάλιστα, ήταν εναρμονισμένα με τους όρους που διαμορφώνουν τον νέο τρόπο εξέτασης του μαθήματος. Αυτό σημαίνει, όπως παρατηρούν οι

διδάσκοντες του μαθήματος στα φροντιστήρια «έλιξ», «ότι για μια σωστή και ολοκληρωμένη απάντηση απαιτούσαν καλή κατανόηση των κειμένων και των γλωσσικών επιλογών τους. Το μυστικό της επιτυχίας δεν κρύβεται στην αποστήθιση έτοιμων ιδεών αλλά στην εξοικείωση των υποψηφίων με τη βαθύτερη κατανόηση των κειμένων από άποψη περιεχομένου και γλώσσας».

Ως προς τα μαθήματα για κάθε ομάδα προσανατολισμού, οι εκτιμήσεις που προκύπτουν από διδάσκοντες των μαθημάτων και βαθμολογητές σε προηγούμενες Πανελλαδικές Εξετάσεις, οι οποίοι μίλησαν στην «Καθημερινή», είναι οι εξής:

• Στα Αρχαία Ελληνικά τα θέματα κρίθηκαν δύσκολα, ιδίως το αδίδακτο κείμενο του Θουκυδίδη. Αλλά και το διδαγμένο ήταν από τα τελευταία κεφάλαια, που μπορεί κάποιοι υποψήφιοι να μην είχαν προλάβει να μελετήσουν καλά.

• Τα θέματα των Μαθηματικών ήταν σαφώς δυσκολότερα από τα περυσινά. Οι υποψήφιοι της ομάδας προσανατολισμού οικονομίας και πληροφορικής, που έχουν πάντα χαμηλότερες επιδόσεις (ο περυσινός μέσος όρος τους ήταν 6,9) αναμένεται να έχουν ακόμη χαμηλότερες επιδόσεις, καθώς το 2ο θέμα που βοηθάει τους αδύνατους υποψηφίους να προσεγγίσουν το 10 ήταν σαφώς δυσκολότερο από πέρυσι. Αλλά και για τους υποψηφίους που διεκδικούσαν υψηλή βαθμολογία αυτό είναι δυσκολότερο από πέρυσι.

• Στη Βιολογία τα θέματα ήθελαν βαθιά κατανόηση και γενικά απαιτούσαν πολλή κατανόηση της θεωρίας, εξάσκηση σε συνδυασμούς από διαφορετικά σημεία της ύλης, εξάσκηση σε μεγάλη έκταση εξέτασης και εμπειρία σε δοκιμές και χρήση προχείρου.

• Στην Πληροφορική τα θέματα ήταν σαφώς δυσκολότερα από πέρυσι.

• Τα θέματα στα Λατινικά απευθύνονταν σε καλά προετοιμασμένους υποψηφίους. Μάλιστα, επιβεβαιώθηκε πως η αντικατάσταση της Κοινωνιολογίας –εξετάστηκαν το 2020 και το 2021– από τα Λατινικά θα ανατρέψει το τοπίο στις σχολές του 1ου επιστημονικού πεδίου (των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών). Και αυτό διότι δεν είναι καθόλου συγκρίσιμες οι επιδόσεις των φετινών υποψηφίων στο μάθημα των Λατινικών με εκείνες των περυσινών στην Κοινωνιολογία, καθώς η εξεταστέα ύλη στα Λατινικά είχε μεγαλύτερη ύλη και με δυσκολότερα μέρη σε σχέση με την Κοινωνιολογία.

• Στη Χημεία τα θέματα ήταν λιγότερο δύσκολα σε σχέση με το 2021. Η έκτασή τους δεν ήταν μεγάλη, αλλά σε ορισμένα σημεία απαιτούσαν προσοχή και παρατηρητικότητα.

Παράλληλα, υπάρχουν άλλοι παράγοντες –πλην του βαθμού δυσκολίας των θεμάτων– που ενισχύουν την εκτίμηση για χαμηλότερες επιδόσεις φέτος σε σχέση με το 2021, κάτι που θα αποτυπωθεί και στις βάσεις εισαγωγής. «Οι επιδόσεις εξαρτώνται από δύο παράγοντες. Αρχικά, το πόσο σωστά είναι προετοιμασμένοι οι υποψήφιοι και δεύτερον, από τη δυσκολία των θεμάτων στα τέσσερα μαθήματα κάθε επιστημονικού πεδίου.

Η προετοιμασία των περισσότερων υποψηφίων φέτος ήταν ελλιπής, καθώς τα παιδιά που διαγωνίζονται έχουν υποστεί τις συνέπειες της πανδημίας τους τελευταίους 27 μήνες. Οταν φοιτούσαν στην Α΄ Λυκείου το τελευταίο τρίμηνο ουσιαστικά χάθηκε, μέχρι να οργανωθεί η τηλεκπαίδευση και τα σχολεία να λειτουργούν με βάρδιες. Οταν φοιτούσαν στη Β΄ Λυκείου περισσότερο από τον μισό χρόνο υπήρχε τηλεκπαίδευση, αφήνοντας πολλά κενά στους μαθητές. Φέτος, στη Γ΄ Λυκείου, ήταν ανοιχτά τα σχολεία. Ωστόσο, λόγω των κρουσμάτων σε μαθητές και καθηγητές, τα σχολεία δεν λειτούργησαν με πλήρη σύνθεση όλο τον χρόνο. Ακόμη και αν, λοιπόν, τα φετινά θέματα ήταν ίδιας δυσκολίας με πέρυσι θα είχαμε χειρότερες επιδόσεις σε σχέση με το 2021. Είναι προφανές ότι οι καλά προετοιμασμένοι υποψήφιοι μπορούσαν να ανταποκριθούν στα θέματα. Το ερώτημα είναι πόσοι είναι οι καλά προετοιμασμένοι υποψήφιοι», παρατηρεί ο έμπειρος μαθηματικός-αναλυτής κ. Στράτος Στρατηγάκης.

Ενισχυτικός παράγοντας για την πτώση των επιδόσεων είναι το γεγονός ότι η εξεταστέα ύλη «επέστρεψε» στα προ πανδημίας μεγέθη. Λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών της πανδημίας που επιβάρυναν τους υποψηφίους, το 2020 και το 2021 η εξεταστέα ύλη είχε μειωθεί έως κατά 30% ανά μάθημα. Οπως τονίζει ο κ. Στρατηγάκης, «οι καλοί μαθητές είναι πιο πειθαρχημένοι –αυτό τους κάνει να ξεχωρίζουν–, ενώ οι λιγότερο καλοί είναι πιο ευάλωτοι στους εξωτερικούς παράγοντες, που μπορεί να τους κάνουν πιο εύκολα να τα παρατήσουν. Περιμένουμε, λοιπόν, να έχουμε μεγάλη ψαλίδα στις επιδόσεις των καλά διαβασμένων υποψηφίων από τους λιγότερο προετοιμασμένους».

Απόστολος Λακασάς Καθημερινή