Βαγγ. Δωρόπουλος: Πολλές διαρροές μουσουλμάνων μαθητών στα δημόσια σχολεία»

Ο επί σειρά ετών εκπαιδευτικός σε μειονοτικά σχολεία μιλά αποκλειστικά στην «Θ»

«Καλό, αλλά…χωρίς καραβοκύρη το πρόγραμμα Φραγκουδάκη»

 

Διίστανται οι απόψεις ακόμη και ανάμεσα στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, αναφορικά με την εισαγωγή των δημοσίων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία. Μια εξέλιξη η οποία έχει οδηγήσει σε αποχή των μαθητών από τις ώρες διδασκαλίας από τους «υπέρμαχους» των δημοσίων βιβλίων γονείς, που απαιτούν «ισότητα» για τα παιδιά τους, τα οποία μέχρι σήμερα διδάσκονται τα βιβλία του προγράμματος εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων.

Ωστόσο ένας από τους λόγους ενός τέτοιου εγχειρήματος, θα μπορούσε να είναι ίσως και η αποτροπή της διαρροής των μαθητών, με τις μεταγραφές από τα μειονοτικά (και κυρίως από σχολεία της ορεινής περιοχής) σε δημόσια σχολεία της πόλης της Ξάνθης.

Τα ποσοστά διαρροής, παραμένουν μεγάλα, όπως εξηγεί αποκλειστικά στην «Θ» ο γνωστός εκπαιδευτικός και άνθρωπος που έχει ασχοληθεί με το θέμα διδάσκοντας εδώ και πολλά χρόνια σε μειονοτικά σχολεία, κ. Βαγγέλης Δωρόπουλος.

Ο ίδιος, αναφέρεται και στο πρόγραμμα εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων (σ.σ. βιβλία Φραγκουδάκη) σημειώνοντας με ιδιαίτερη έμφαση πως «πρόκειται για ένα καλό πρόγραμμα το οποίο βέβαια κολυμπά μόνο του στα βαθιά, χωρίς καραβοκύρη», ενώ παράλληλα εκφράζει και την άποψη πως δεν είναι καθόλου απίθανο, πίσω από όλο αυτό το εγχείρημα να υπάρχει πιθανότατα και πολιτική διάσταση.

 

«ΔΙΙΣΤΑΝΤΑΙ ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ, ΑΛΛΑ ΟΛΑ ΕΞΗΓΟΥΝΤΑΙ…»

Πιο αναλυτικά ο κ. Δωρόπουλος αναφέρει επακριβώς στην «Θ» ότι «οι απόψεις για το θέμα της εισαγωγής των δημοσίων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία διίστανται. Δεν υπάρχει ενιαία άποψη, αλλά νομίζω ότι όλα αυτά εξηγούνται. Πρώτον διαφοροποιήθηκε η εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων, γιατί κάποιοι αντιλήφθηκαν κάποια στιγμή ότι τα παιδιά αυτά δεν έχουν ως μητρική τους γλώσσα τα ελληνικά. Στην αντίληψη λοιπόν του ότι όταν όλοι προσπαθούμε να μάθουμε μια γλώσσα, υπάρχει και το αντίστοιχο υλικό. Όταν πηγαίνουμε να μάθουμε αγγλικά δεν ξέρουμε τίποτα, μας δίνουν ένα βιβλίο για αρχαρίους. Άρα με μια ανάλογη (τηρουμένων των αναλογιών) θεώρηση, επαναδιαμορφώθηκε το υλικό γιατί πριν από το υλικό των βιβλίων της Φραγκουδάκη, υπήρχε το δημόσιο βιβλίο σε όλη την επικράτεια. Φαινομενικά αυτό ήταν δημοκρατικό, στην ουσία όμως αναπαρήγαγε την ανισότητα. Η «ανισότητα» ήταν ότι τα βιβλία του δημοσίου ήταν κατασκευασμένα για ελληνόφωνους μαθητές. Ο γιος μου για παράδειγμα που πηγαίνει Α’ Δημοτικού, είναι ήδη ικανότατος χρήστης της ελληνικής γλώσσας και αυτό που ήδη μιλά, μαθαίνει να το γράφει, να το διαβάζει και γενικότερα να το κωδικοποιεί. Ο μουσουλμάνος μαθητής όμως, πρέπει πρώτα να μάθει και να μιλάει. Είναι άγνωστο πεδίο, άρα με ένα τέτοιο βιβλίο το οποίο δεν λαμβάνει υπόψιν του αυτή την πραγματικότητα, έπρεπε κάτι να γίνει. Επάνω σε αυτό το σκεπτικό έγινε το υλικό των βιβλίων Φραγκουδάκη…»

«ΑΦΕΘΗΚΕ ΝΑ ΚΟΛΥΜΠΑ ΜΟΝΟ ΤΟΥ ΣΤΑ ΒΑΘΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΦΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ»

«Τα βιβλία του προγράμματος εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων και ειδικότερα αυτά των χαμηλότερων τάξεων (στην Α΄Δημοτικού) είχαν λάβει υπόψιν και την προσχολική αγωγή, γιατί τότε δεν υπήρχαν τα νηπιαγωγεία. Τώρα σχεδόν κάθε χωριό έχει το νηπιαγωγείο του. Άρα τα βιβλία αυτά είχαν και γνώσεις προσχολικής αγωγής, αλλά αυτό δεν χρειάζεται πια. Έχει ξεπεραστεί. Αυτό όμως δεν ακυρώνει στην πράξη το υλικό, το οποίο παρόλα αυτά έχει κατασυκοφαντηθεί από ανθρώπους που αντιπαρατέθηκαν από την αρχή και σε μεγάλο βαθμό από τους Έλληνες – Χριστιανούς – εκπαιδευτικούς. Όμως αυτό (επειδή όλα εξηγούνται) έχει να κάνει με το ότι το πρόγραμμα αυτό έγινε και αφέθηκε να κολυμπάει στα βαθιά, μόνο του (και εδώ είναι οι ευθύνες του προγράμματος). Εγώ και όλοι η γενιά μας, η οποία στην αρχή εθελοντικά και πιλοτικά (τα δύο πρώτα χρόνια) είχαμε παρακολουθήσει σεμινάρια διάρκειας τριών ετών και δουλεύαμε επάνω σε αυτό το πρόγραμμα το οποίο «δουλεύει» με άλλο τρόπο» επισήμανε επίσης ο κ. Δωρόπουλος.

 

«ΠΟΛΛΕΣ ΟΙ ΔΙΑΡΡΟΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ»

Αναφορικά με το αν υπάρχουν διαρροές (σ.σ. μετεγγραφές μαθητών από μειονοτικά σχολεία του ορεινού κυρίως όγκου, σε δημόσια) ο ίδιος τονίζει ότι «υπάρχουν πολλές διαρροές και πιστεύω ότι αυτό έχει να κάνει κυρίως με τον δίγλωσσο χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Υπάρχουν διαρροές και αυτό το μαρτυρούν τα ποσοστά των μαθητών. Οι ποσοστώσεις. Έχουμε ένα 60-40% Χριστιανών και Μουσουλμάνων μαθητών στα σχολεία σε πολλές περιπτώσεις. Σε άλλα σχολεία ίσως να είναι και λιγότερο, αλλά πλέον έχουμε ένα σοβαρότατο ποσοστό ανθρώπων που οι γονείς προφανώς αντιλαμβάνονται ότι αυτός ο δίγλωσσος χαρακτήρας της εκπαίδευσης, δεν βοηθά το παιδί. Μιλώντας σχηματικά, από τα 10 μαθήματα μιας τάξης του σχολείου, τα 5 γίνονται αποκλειστικά στην ελληνική γλώσσα και τα άλλα αποκλειστικά στην τουρκική. Άρα εφόσον τα μαθηματικά είναι αποκλειστικά από Α έως ΣΤ; Δημοτικού στην τουρκική, το παιδί αυτό δεν θα μάθει την ορολογία των μαθηματικών στα ελληνικά και αυτό είναι ένα «μείον» που το αντιλαμβάνονται οι γονείς. Φυσικά στο δημόσιο σχολείο όλα γίνονται στην ελληνική, οπότε αυτόματα το παιδί διπλασιάζει τον χρόνο «τριβής» του με την ελληνική γλώσσα».

«ΔΕΝ ΘΑ ΑΠΟΤΡΑΠΕΙ Η ΔΙΑΡΡΟΗ…»

Σε ερώτηση της «Θ» για το αν πιστεύει πως η εισαγωγή των δημόσιων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία είναι και ένας λόγος για την αποτροπή της διαρροής των μαθητών ο κ. Δωρόπουλος υπογραμμίζει ότι «νομίζω πολλοί από τους γονείς της μειονότητας ίσως και από τον εκπαιδευτικό μειονοτικό κόσμο, πιστεύουν ότι αυτό το πράγμα θα αποτρέψει την διαρροή. Προσωπικά βέβαια πιστεύω ότι ένας γονιός που θεωρεί ότι το παιδί του είναι σε μια δίγλωσση εκπαίδευση, θα το πάει πάλι στο δημόσιο. Αυτά τα βιβλία, εφόσον δεν έχουν κατασκευαστεί για αλλόφωνους αλλά για ελληνόφωνους μαθητές, πάλι στην προσπάθεια εφαρμογής τους, θα απλοποιηθούν και θα τροποποιηθούν από τους εκπαιδευτικούς για να έχουν ουσιαστικότερα αποτελέσματα. Πάλι θα έχουμε διαφοροποιήσεις…»

 

«ΟΝΤΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ; ΚΑΙ ΣΕ ΠΟΙΟ ΒΑΘΜΟ;»

«Οι γονείς θεωρούν ότι τα βιβλία πρέπει να περάσουν και στα χέρια των μαθητών, προβάλλοντας το επιχείρημα της «ισότητας» και ότι τα παιδιά της μειονότητας που παρακολουθούν δημόσια σχολεία, καταφέρνουν και ανταποκρίνονται στις δυσκολίες του βιβλίου…Το δικό μου ερώτημα βέβαια είναι αν όλα τα παιδιά τα καταφέρνουν; Και σε ποιον βαθμό; Δεν νομίζω ότι υπάρχει ομοιογένεια σε αυτό. Όμως και πάλι σας λέω ότι ανεξάρτητα από το πόσο καλά έχουν προσλάβει τα ελληνικά (γιατί βρίσκονται σε ένα περιβάλλον μικτό και καθαρά ελληνόφωνο), πάλι εφόσον δεν έχουν μητρική γλώσσα την ελληνική, αυτό οδηγεί τον εκπαιδευτικό στο να προσαρμόσει αυτό το υλικό πάλι στις ιδιαιτερότητες του μαθητή» ανέφερε επίσης ο ίδιος.

 

«ΠΙΘΑΝΟΤΑΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ»

Σε ερώτηση της «Θ» αναφορικά με τα όσα ειπώθηκαν για εντονότατες πιέσεις μειονοτικών βουλευτών για την εισαγωγή των δημοσίων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία, ο κ. Δωρόπουλος σημείωσε ότι «πιθανόν να υπάρχει και πολιτική διάσταση την οποία δεν μπορώ να σχολιάσω. Θα ήθελα να μείνω μόνο στους εκπαιδευτικούς λόγους αλλά πιστεύω ότι πιθανότατα υπάρχει και πολιτική διάσταση».

«ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΔΙΙΣΤΑΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ»

«Οι απόψεις για το θέμα διίστανται ακόμη και στους χριστιανούς δασκάλους που είναι φορείς του ελληνόφωνου προγράμματος. Δεν είναι όλοι σύμφωνοι. Προσωπικά για παράδειγμα θεωρώ ότι είναι θετική η συμβολή του προγράμματος αυτού (σ.σ. Φραγκουδάκη). Κάποιοι όμως θεωρούν αυτά τα βιβλία υποδεέστερα. Θεωρώ βέβαια ότι αυτό γίνεται περισσότερο από την άγνοια. Εγώ που έχω κάνει σεμινάρια και γνώρισα από κοντά με ομάδες εργασίας το πώς «δουλεύουν» τα βιβλία, έχω πεισθεί για την αξία τους γιατί τα δούλεψα και έχω δει αποτελέσματα. Οι δάσκαλοι που ήρθαν όμως με μετάθεση ή με απόσπαση από άλλα δημόσια σχολεία στα μειονοτικά και το πρόγραμμα δεν προνόησε να τους εκπαιδεύσει έστω για ένα δεκαήμερο, δεν γνωρίζουν τα βιβλία και δεν ξέρουν να τα διαχειριστούν. Έτσι οι περισσότεροι (για να μην πω όλοι) επειδή ενδιαφέρονται για αυτά τα παιδιά, κοιτούν να κάνουν αυτό που ξέρουν καλά ή αυτό που ξέρουν καλύτερα με τον τρόπο δουλειά τους που είχαν στα δημόσια σχολεία. Προσπαθούν τηρουμένων των αναλογιών, να μεταφέρουν τον τρόπο εδώ και απαξιούν τα βιβλία του προγράμματος για τον απλούστατο λόγο του ότι δεν τα γνωρίζουν» συνέχισε ο ίδιος, σημειώνοντας ότι «έγινε ένα πρόγραμμα που για εμένα ήταν καλό, το οποίο χρειάζεται επικαιροποίηση, αλλά έμεινε να κολυμπά στα βαθιά, μόνο του, ακαθοδήγητο, χωρίς καραβοκύρη, με αποτέλεσμα να το απαξιώνουν οι χριστιανοί συνάδελφοι που δεν έχουν περάσει μέσα από τα σεμινάρια για να δουν πως δουλεύει και πως «περπατά» και θα βρίσκουν απροσδόκητα συμμάχους όλοι όσοι θέλουν την κατάργηση των βιβλίων από τον μειονοτικό κόσμο. Για αυτό δεν σας κρύβω ότι και κάποιοι συνάδελφοι θα χαρούν και πανηγυρίσουν. Είναι όμως έτσι;;»