«Αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος» υπέρ της Θράκης, ζητούσε η Διακομματική του 1992

Ιστορικό έγγραφο- ντοκουμέντο
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι εργασίες της Διακομματικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη της Θράκης (2020). Ο «Χ» έχει παρακολουθήσει εδώ και μήνες στενά τις εξελίξεις, γνωστοποιώντας τα πρώτα ονόματα, τον τρόπο συνεδρίασης, τις πρώτες προτάσεις και πολλά ακόμη δεδομένα κατ’ αποκλειστικότητα. Η ευκαιρία της περιοχής προτάσσεται από τους συμμετέχοντες στην Επιτροπή ως ιστορική και κάλλιστα μπορεί να επιβεβαιωθεί ως τέτοια, εάν τα μείζονα συμπεράσματα στα οποία θα καταλήξει προσεχώς η Επιτροπή δεν μείνουν απλώς στα συρτάρια πολιτικών γραφείων των Αθηνών, αντιθέτως αποτελέσουν καταστατικές αρχές για την «αναγέννηση» της περιοχής.
Ο «Χ» ανασύρει από το αρχείο το τελικό έγγραφο-ντοκουμέντο στο οποίο κατέληξε η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη μελέτη των προβλημάτων των Ακριτικών Περιοχών της Θράκης και των Νήσων του Ανατολικού Αιγαίου (1992). Το τότε πόρισμα είχε μία ‘’αλήθεια’’ που τεχνηέντως αποκρύπτεται στην φετινή Επιτροπή, ότι δηλαδή πρόκειται για μία καταγραφή, μία μελέτη, των προβλημάτων και προτάσεις επίλυσης. Το ζήτημα είναι εάν αυτές θα βρουν ευήκοα ώτα από την παρούσα και την επόμενη κυβέρνηση.
«Θεμελιώδεις Αρχές» που έμειναν στα συρτάρια
Στο πόρισμα της τότε Επιτροπής ξεκαθαρίζεται από την πρώτη σελίδα ότι προηγήθηκε αναλυτική διαβούλευση με όλους τους φορείς κλπ και καταλήγει στις εξής Θεμελιώδεις Αρχές που καταγράφουμε αυτούσιες:
«Συμφωνούμε όλοι ότι είναι, απολύτως αναγκαίο να διαμορφωθεί μια μόνιμη εθνική αναπτυξιακή στρατηγική για τη Θράκη και το Αν. Αιγαίο που αποτελούν σήμερα τον πιο νευραλγικό και κρίσιμο χώρο της επικράτειας. Χρειάζεται γι’ αυτό η πανεθνική συσπείρωση και κινητοποίηση όλων των φυσικών και ανθρώπινων πόρων της περιοχής. Απαιτείται, όλοι οι έλληνες, οι πολιτικοί φορείς, το εθνικό κοινοβούλιο, να ενστερνιστούμε τη θέση ότι η ανάπτυξη των κρίσιμων παραμεθορίων περιοχών της χώρας και ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται στο ανατολικό μας σύνορο, αποτελεί όρο εθνικής επιβίωσης.
Και ότι αυτή η σταθερή μας απόφαση δεν περιορίζεται σε γενικόλογες διακηρύξεις, παράθεση ευχών και επιθυμιών ή άθροισμα ετερόκλιτων επιδιώξεων. Αλλά επιβάλλεται να αποτελέσει ένα μόνιμο πλαίσιο εθνικής πολιτικής με σαφείς, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης και κοστολογημένους στόχους και επιλογές. Θέλουμε αυτή η πολιτική να εντάσσεται σ’ ένα Σχέδιο Εθνικών Προτεραιοτήτων για τις δύο περιοχές. Να προωθεί την Περιφερειακή Ανάπτυξη όχι μόνο σε έργα υποδομής αλλά με σαφείς παραγωγικές ιεραρχήσεις, με γενναία αποκέντρωση πόρων, με επενδυτικά κίνητρα και αξιόπιστους διοικητικούς και τεχνικούς μηχανισμούς υποστήριξης.
Θέλουμε με αυτή την πολιτική να εφαρμόζονται ταχύρρυθμα προγράμματα ανάπτυξης, προσαρμοσμένα στις εθνικές προτεραιότητες και σε πλήρη αντιστοίχηση με τις δυνατότητες της περιοχής, που αρθρώνονται κατά περιφέρεια και νομό. Να λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα (θεσμικά, οικονομικά, διοικητικά, κοινωνικά) που διευκολύνουν την εφαρμογή της αναπτυξιακής στρατηγικής. Για το σκοπό αυτό είναι αναγκαίο να διατεθούν πολλαπλάσιοι πόροι και να ενισχυθούν με κάθε δυνατό τρόπο οι θεσμοί του Δημοκρατικού Προγραμματισμού ώστε να μεγιστοποιηθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα».
Οι προτάσεις που (δεν) εφαρμόστηκαν
Τα ‘’θέλω’’ που διατυπώθηκαν ως άνω δεν έμειναν από την τότε Επιτροπή ως ευχετήριο, αντιθέτως φόρεσαν τον ‘’μανδύα’’ πραγματικών προτάσεων στις οποίες «πρέπει αμέσως να προχωρήσουμε» και έχουν ως εξής (επίσης καταγράφονται αυτούσιες):
  • αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος και του πλούτου υπέρ των δύο περιοχών
  • ένταξη τοπικών προγραμμάτων στο εθνικό πρόγραμμα για την ταχύτερη απορρόφηση πόρων
  • θεσμοθέτηση ειδικών πόρων μέσω του κρατικού προϋπολογισμού για ταχύρρυθμα προγράμματα που αφορούν τις υποβαθμισμένες ζώνες της Θράκης και τα μικρά νησιά ταυ Αν. Αιγαίου.
  • δέσμευση ότι ένα σημαντικό ποσοστό από τους πόρους που συσσωρεύονται στις περιοχές θα επανεπενδύονται σ’ αυτές.
Ταυτόχρονα μπορούμε να διευρύνουμε σημαντικά τους Κοινοτικούς Πόρους, που σήμερα είναι μια πηγή πρόσθετης χρηματοδότησης των ακριτικών περιοχών, με τεράστια αποθέματα.
Γι’ αυτό περιέχει :
  • Η ευρύτερη δυνατή αξιοποίηση των Ειδικών Προγραμμάτων της ΕΟΚ για τη Θράκη και το Αιγαίο.
  • Η συστηματική ενημέρωση για τα πολυάριθμα κοινοτικά προγράμματα και η ένταξη σ’ αυτά διαφόρων επενδυτικών προτάσεων είτε από συλλογικούς φορείς, είτε από ιδιώτες επενδυτές.
  • Η προετοιμασία και προβολή έτοιμων Επενδυτικών Σχεδίων από τους δημόσιους φορείς και τους τοπικούς αναπτυξιακούς θεσμούς.
Επί πλέον σε κάθε νομό πρέπει να διαμορφωθεί συγκεκριμένο ειδικό πρόγραμμα που να αξιοποιεί επενδύσεις των ελλήνων της διασποράς.
Τέλος με κριτήρια διαφανή και ελεγχόμενα και με διαδικασίες συμμετοχής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να προχωρήσουμε σε προγράμματα παραγωγικής αξιοποίησης της δημόσιας και κοινωνικής περιουσίας».
Εύκολα αντιληπτό γίνεται, ότι 30 χρόνια μετά, τα πιο τολμηρά βήματα –όπως η αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος- δεν απασχόλησαν εν τοις πράγμασι ποτέ την ελληνική Πολιτεία, ενώ άλλες προτάσεις εφαρμόστηκαν μεν, αλλά τόσο πλημμελώς, που εν τέλει έκαναν ζημιά στην περιοχή, όπως τα κονδύλια που δόθηκαν σε επιχειρήσεις που αργότερα μετακόμισαν εκτός Θράκης.
Θράκη – Αν. Αιγαίο – Κύπρος
«Για μας υπάρχει ένα νήμα που συνδέει και θα συνδέει πάντοτε τη Θράκη με το Ανατολικό Αιγαίο και την Κύπρο. Μια νοητή γραμμή που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο μιας εθνικής στρατηγικής για τον ελληνισμό» αναφέρεται ως πρόλογος στο σημείο καταγραφής των Εθνικών Προτεραιοτήτων. Και τότε, η χώρα μας βρισκόταν «στο στόχαστρο της εξωτερικής απειλής» και μπροστά σε «παράλογες και προκλητικές διεκδικήσεις της Άγκυρας».
Η ιστορία έκανε τον κύκλο της και 30 χρόνια μετά βρισκόμαστε μάρτυρες σε σκηνικό παρόμοιο, αν όχι πανομοιότυπο, αν αναλογιστούμε ότι εκτός από την τουρκική απειλή, η Επιτροπή καλεί και την Ευρώπη, η  οποία «πρέπει να αποκτήσει συνείδηση μιας ιστορικής αλήθειας: ότι η Θράκη και το Αν. Αιγαίο είναι το φυσικό ανατολικό της σύνορο. Όχι μόνο γεωγραφικό αλλά κυρίως οικονομικό, πολιτιστικό και ιδεολογικό. Η ευρωπαϊκή άμυνα με την ευρύτερη έννοια του όρου ταυτίζεται εδώ με την εθνική μας άμυνα και γι’ αυτό η κοινότητα οφείλει να αντιμετωπίσει την περιοχή ως ευρωπαϊκό σύνορο».
Αντιστρόφως ανάλογη με την ως άνω περιγραφείσα κατάσταση είναι η διαπίστωση πως Θράκη και Ανατολικό Αιγαίο είναι περιοχές υποβαθμισμένες «αναπτυξιακά και παραγωγικά». Και τότε βρισκόταν και τώρα παραμένει «πολύ πιο πίσω από τις αναπτυγμένες περιοχές της χώρας και πολύ περισσότερο της Κοινότητας» σημειώνεται για την Θράκη, όπου καταγράφονται μία σειρά αυξημένα κόστη, όπως μεταφοράς, λειτουργικά, επικοινωνιών, απουσία έργων υποδομής, ασχεδίαστη και ανισομερή ανάπτυξη.
Η Επιτροπή φτάνει στο σημείο να συμπεράνει πως σε κάθε απόφαση των ελληνικών κυβερνήσεων, σχετιζόμενη με τη Θράκη και το Ανατολικό Αιγαίο, πρέπει να πρυτανεύει η εθνική ευαισθησία, να διατηρεί την πολιτιστική ταυτότητα, να επιτυγχάνει ανάπτυξη βασικών έργων υποδομής, να οδηγούν στην οικονομία ανάπτυξη και να προσανατολίζεται στην επίλυση του δημογραφικού.
Ειδική αναφορά γίνεται στην εθνική άμυνα η οποία έχει επιτευχθεί και επί της ουσίας ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια μετά και τις παρακλήσεις της Επιτροπής, αλλά και για την πολιτιστική ταυτότητα, η οποία όπως διατυπώνεται σχετίζεται άμεσα με την ανάπτυξη του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Πανεπιστημίου Β. Αιγαίου που επίσης επιτεύχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, βελτιώνοντας και τις τοπικές οικονομίες που «δομήθηκαν» ιδίως σε πόλεις όπως η Κομοτηνή γύρω τους.
Από τη ΒΙΠΕ στο χωράφι
Αναφορικά με την αναπτυξιακή πολιτική που πρέπει να χαραχθεί γίνεται εξ αρχής η εξής διατύπωση: «Για την Θράκη πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι κεντρικός αναπτυξιακός στόχος είναι ένας ολοκληρωμένος παραγωγικός ιστός που βασίζεται στην αγροτική οικονομία και την βιομηχανική ανάπτυξη, με σαφείς ιεραρχήσεις, στα πλαίσια συνολικού σχεδίου. Και με συμπληρωματικές τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες». Η Επιτροπή προσδιόρισε συγκεκριμένες παραγωγικές ιεραρχήσεις:
«Στην αγροτική οικονομία οι βασικές κατευθύνσεις στοχεύουν: στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών εν όψει των ευρωπαϊκών εξελίξεων και τον εντοπισμό των ανταγωνιστικών προϊόντων, στην πολιτική αυτάρκεια για την εσωτερική αγορά με την τυποποίηση των προϊόντων, στην χωροθέτηση γεωγραφικών και κτηνοτροφικών ζωνών, στην ενίσχυση της αλιείας και της ιχθυοκαλλιέργειας.
Στη βιομηχανία, τη βιοτεχνία και την τεχνολογική στρατηγική πρέπει να υπάρξει πραγματική αντιστοίχηση με τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τους πόρους, τη δυνατότητα της, μεταποίησης και τις κλαδικές προτεραιότητες. Δέσμη ειδικών επενδυτικών κινήτρων και επιδοτήσεων των εξαγωγών μπορούν να ενισχύσουν την προσπάθεια. Όπως επίσης και η θέσπιση καθεστώτος επιδοτήσεων των θέσεων εργασίας στο δευτερογενή τομέα, την βιομηχανία και τη βιοτεχνία, με στόχο την κάλυψη των τοπικών αναγκών».
Σε άλλο σημείο γίνεται γνωστό ότι «η ενίσχυση των προσπαθειών για μετεγκατάσταση πληθυσμών που θα διευρύνουν το παραγωγικό δυναμικό στην περιοχή, είναι απολύτως αναγκαία» και πιο συγκεκριμένα: «Με άμεση προτεραιότητα στην εγκατάσταση ομογενών με προγράμματα είτε εθνικού χαρακτήρα (π.χ. Θράκη) [που πράγματι επετεύχθη με την εγκατάσταση των παλιννοστούντων] είτε τοπικού (π. χ. Ψαρά ή Ρόδος) για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος αλλά και συγκεκριμένων αναπτυξιακών στόχων, πρέπει να μελετηθεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, που θα ενταχθεί στον περιφερειακό σχεδιασμό».
Λίστα: Τα έργα που διεκδίκησε η Θράκη το 1992
«Ταχύρυθμα αναπτυξιακά προγράμματα» για τη Θράκη και το Αν. Αιγαίο ζήτησε η Επιτροπή αναφορικά με μείζονα έργα υποδομής, πολλά εκ των οποίων διεκδίκησε και πράγματι πέτυχε η Επιτροπή. Καταγράφουμε ξανά αυτούσια τις γενικές κατευθύνσεις που τότε χαράχθηκαν για την περιοχή της Θράκης:
  • ολοκλήρωση του δικτύου οδικών συγκοινωνιών με προτεραιότητα τους αυτοκινητόδρομους Θεσσαλονίκης – Γέφυρας Κήπων και Αλεξανδρούπολης – Ορμένιου, καθώς και το οδικό δίκτυο των ορεινών περιοχών.
  • εκσυγχρονισμός και επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου Θεσσαλονίκης – Ορμενίου
  • διεθνοποίηση του λιμένα Αλεξανδρούπολης, αξιοποίηση του λιμένα του Πόρτο – Λάγος, εκσυγχρονισμός των τελωνείων και άνοιγμα του τελωνείου Νυμφαίας
  • επέκταση και ενίσχυση του αερολιμένα Αλεξανδρούπολης και δημιουργία μικρού δικτύου ελικοδρομίων στις πρωτεύουσες των επαρχιών και τη Σαμοθράκη
  • σύνταξη Κτηματολογίου Θράκης και υποχρεωτικός ποτιστικός αναδασμός που θα ορθολογικοποιήσει την ανάπτυξη της περιοχής και θα οριοθετήσει αγροτικές, βιομηχανικές, Τουριστικές και πολιτιστικές ζώνες.
  • αρδευτικό δίκτυο σε πλήρη επάρκεια με την προώθηση του αναπτυξιακού τμήματος του έργου του, θησαυρού Νέστου, του φράγματος Δερείου και Ιάσμου – Δειλινών, μιας σειράς μικρότερων φραγμάτων και υδροταμιευτήρων κα9ώς και έργα εγγειοβελτιωτικά και αντιπλημμυρικά.
  • η οριστική επίλυση του ενεργειακού προβλήματος με την επέκταση του αγωγού φυσικού αερίου και στους τρείς νομούς, με την ταχύρρυθμη εφαρμογή επενδυτικού προγράμματος της ΔΕΗ για ηλεκτρική ενέργεια υψηλής τάσεως και γεωργικό εξηλεκτρισμό, με την αξιοποίηση γεωθερμικών πηγών.
  • εκσυγχρονισμός τηλεπικοινωνιών με ψηφιακό επενδυτικό πρόγραμμα του ΟΤΕ
  • βελτίωση της τουριστικής υποδομής με την κατασκευή μαρινών (π.χ. Σαμοθράκη) αξιοποίηση ιαματικών πηγών (π.χ. Τραϊνούπολη – Σαμοθράκη – Θερμές – Αλεξανδρούπολη – Ποταμιά – Σπήλαιο Μαρώνειας)
  • δημιουργία πρόσθετης πολιτιστικής υποδομής με την κατασκευή μικρών μουσείων και βιβλιοθηκών, ανάδειξη αρχαιολογικών και βυζαντινών χώρων (Άβδηρα. Μαρώνεια, Διδυμότειχο κ.ά.), των οικισμών φυσικού κάλλους
  • κατασκευή του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Αλεξανδρούπολης
  • γρήγορη αποπεράτωση των Πανεπιστημιουπόλεων Κομοτηνής και Ξάνθης.
Επικουρικά, η Επιτροπή ξεκαθάριζε πως «καμιά ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τους αναγκαίους πόρους», γι’ αυτό και αιτήθηκε:
  • τη μείωση κατά 50 % των συντελεστών του ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου και αντίστοιχο μέτρο προσαρμοσμένο στην Θράκη
  • την επιδότηση των θαλασσίων μεταφορών και των αερομεταφορών για προϊόντα και εισιτήρια
  • την επιδότηση θέσεων εργασίας στο δευτερογενή τομέα
  • τη χρηματοδότηση σύγχρονης τεχνολογίας, επενδύσεων και έργων υποδομής
  • την ενίσχυση και προστασία της τοπικής αγροτικής και αλιευτικής παραγωγής
  • τη χρηματοδότηση του εκσυγχρονισμού των επιχειρήσεων, της εκπαίδευσης, επαγγελματικής κατάρτισης και εξειδίκευσης προσωπικού.
Σε άλλο σημείο, αναφερόμενη στην Θεσμική Πολιτική, σημειώνει ότι «ο προσδιορισμός εξειδικευμένων στόχων, και η διαμόρφωση συγκεκριμένων επενδυτικών προγραμμάτων, απαιτεί και αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο που να ενισχύει την αναπτυξιακή προσπάθεια», με μία εκ των βασικών προτάσεων να είναι «η ουσιαστική αναβάθμιση των Υπουργείων Μακεδονίας – Θράκης και Αιγαίου με τη δημιουργία δυο αντιστοίχων περιφερειακών ταμείων όπου συγκεντρώνονται, οι πόροι από όλα τα προγράμματα, Κοινοτικά, Εθνικά, Νομαρχιακά, είναι η πρώτη προτεραιότητα. Για το σκοπό αυτό πρέπει να υπάρξει ξεχωριστό πρόγραμμα για κάθε μία από τις δύο περιοχές με ειδικούς κωδικούς αριθμούς».
Τι γράφτηκε για τη Μειονότητα
Ιδιαίτερη κατηγορία συμπερασμάτων υπήρχε και για την πολιτική για τη Μειονότητα. Αυτούσια καταγράφουμε τα εξής: «Ιδιαίτερης εθνικής σημασίας είναι η πολιτική μας απέναντι στις θρησκευτικές μειονότητες που ζουν στην περιοχή, όπως είναι η μουσουλμανική μειονότητα της Ροδόπης και της Ξάνθης και οι ελάχιστοι μουσουλμάνοι της Ρόδου και της Κω. Οι μουσουλμάνοι, της περιοχής αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του έμψυχου δυναμικού της χώρας. Είναι έλληνες πολίτες σε πλήρη ισονομία και ισοπολιτεία έναντι των χριστιανών ελλήνων πολιτών.
[…] Κατά συνέπεια, η Συνθήκη της Λωζάννης και οι επιταγές της διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) αποτελούν κείμενα όχι απλώς αποδεκτά, αλλά κατευθυντήρια στη χάραξη της πολιτικής μας. Η προσαρμογή και η συμμόρφωση όλων των συντελεστών της κοινωνικής οργάνωσης της ελληνικής δημοκρατίας, όπως είναι το κράτος, οι υπηρεσίες, οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, οι τοπικοί φορείς, αλλά και των μεμονωμένων πολιτών, σε αυτή την πολιτική είναι αυτονόητη. Καμιά ανοχή δεν πρέπει να υπάρχει σε ενδεχόμενες παραλείψεις. κωλυσιεργίες ή πρακτικές προσώπων ή φορέων που έρχονται σε αντίθεση μ’ αυτή την πολιτική.
Πρέπει να καταβάλουμε συστηματική και συντονισμένη προσπάθεια με κύρια πλευρά τη μορφωτική, την πολιτιστική και την κοινωνική της όψη, για μόνιμη και συνεχή επικοινωνία με τις μειονότητες σε ενιαίο κοινωνικό και οικονομικό χώρο. Η κοινωνική συνοχή σε συνθήκες ισότητας και δημοκρατίας αποτελεί τον πιο συνεκτικό κρίκο της ενότητας του έθνους και πρέπει να πρυτανεύει απέναντι στην οποιαδήποτε διασπαστική ή διχαστική κίνηση απ’ όπου και αν προέρχεται.
[…] Δεν θα διστάσουμε να πάρουμε κάθε αναγκαίο μέτρο που προστατεύει τα εθνικά μας συμφέροντα απέναντι σε πρόσωπα η μηχανισμούς που λειτουργούν αποσταθεροποιητικά στην περιοχή».
«Επιτελέσαμε ένα αναγκαίο εθνικό έργο»
Στον επίλογο οι βουλευτές που απαρτίζουν την Διακομματική θεωρούν ότι «με τη διατύπωση αυτού του Πορίσματος επιτελέσαμε ένα αναγκαίο εθνικό έργο» και καλούν την κυβέρνηση κι όλα τα κόμματα «να ενστερνιστούν με την πολιτική που ομόφωνα αποφασίσαμε και εισηγούμαστε», γι’ αυτό ζητούν «να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα νομοθετικού και κυβερνητικού χαρακτήρα».
ΠΗΓΗ: «ΧΡΟΝΟΣ»