Δ. Χιόνης: Η δημοσιονομική κατάσταση και το εξωτερικό χρέος, δεν επιτρέπουν δεύτερο κύκλο επιδομάτων

Δικαιώνει –δυστυχώς- τις δηλώσεις του Άδωνι για οικονομικό «σοκ» ο Καθηγητής του ΔΠΘ

Με μελανά χρώματα περιγράφει την οικονομική κατάσταση της χώρας για το προσεχές διάστημα μιλώντας αποκλειστικά στην «Θ», ο Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κ. Διονύσης Χιόνης, δικαιώνοντας τις δηλώσεις του κ. Άδωνι Γεωργιάδη, που αναφέρουν ότι η οικονομία θα καταρρεύσει και δεν θα υπάρχει η δυνατότητα επιδομάτων ειδικού σκοπού και ενισχύσεων, εάν επιβεβαιωθούν τα σενάρια των επιστημόνων που προβλέπουν μέχρι και… 7.000 κρούσματα κορωνοϊού τον Σεπτέμβριο, αν δεν βελτιωθεί το «τείχος» της ανοσίας.
Ο ίδιος αναφέρθηκε και στον «μηχανισμό» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που – όπως επισήμανε χαρακτηριστικά – αν μπορούσε να στηρίξει ουσιαστικά και οικονομικά τις χώρες, θα είχε επιταχύνει και τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, που από ο,τι φαίνεται ούτε το 2021 θα γίνει, ενώ παράλληλα εξέφρασε και την άποψη ότι «ο μεγάλος εχθρός του οικονομικού σχεδιασμού και της οικονομικής πορείας της χώρας είναι η εμμονή που έχουμε να μην προσεγγίζουμε ρεαλιστικά τα πράγματα».

Η ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΧΡΕΟΣ ΔΕΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΚΛΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ – ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΧΡΗΜΑΤΑ

Ειδικότερα ο κ. Χιόνης ανέφερε στην «Θ» ότι:
Εγώ κατά αρχήν δεν ξέρω αν θα έχουμε πανδημία ή κλείσιμο ή lockdown. Δεν είμαι ιολόγος. Μπορώ να σας πω όμως μετά βεβαιότητας ότι η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και το εξωτερικό χρέος, δεν της επιτρέπουν να μπει σε έναν δεύτερο κύκλο στήριξης της οικονομίας με επιδόματα λόγω lockdown. Αυτό είναι δεδομένο. Η ελληνική οικονομία πρέπει να επανέλθει πολύ σύντομα – και θα επανέλθει – στην παραγωγή δημοσιονομικών πλεονασμάτων μόνο και μόνο για να μπορέσει να εξυπηρετεί και το χρέος της αλλά και το σύμφωνο σταθερότητας. Αυτό είναι μια πραγματικότητα.
Σκεφτείτε ότι θα πρέπει με κάποιο τρόπο να ισοσκελιστούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα που υπήρξαν το 2020 και όπως πάμε και το 2021, άρα θα πρέπει να μπούμε σε μία όχι επιδοματική πολιτική πλέον – ανεξάρτητα από την πανδημία – αλλά το ακριβώς αντίθετο. Μια πολύ περιοριστική πολιτική, για να καλύψουμε και τα προηγούμενα. Άρα αν με ρωτάτε, ο κ. Γεωργιάδης έχει δίκιο σε αυτό το οποίο λέει, ότι δηλαδή δεν υπάρχουν τα χρήματα. Τα χρήματα δεν υπάρχουν. Είναι δεδομένο αυτό.
Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχουν αυτές οι δυνατότητες. Ακόμη και να πέσει πιο βαριάς μορφής πανδημία, η ελληνική οικονομία δεν έχει αυτήν τη στιγμή την δυνατότητα να συντηρήσει επιδοματικά τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, άρα πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί. Το ζητούμενο είναι αν η επαναφορά της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας στην κανονικότητα, θα γίνει πολύ σύντομα έτσι ώστε να μπει σε μια αναπτυξιακή πορεία. Αυτό είναι το ζητούμενο.

ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΣΤΗΡΙΞΕΙ Η ΕΕ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΘΑ ΕΙΧΕ ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΙ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΚΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ – ΝΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΟ ΚΑΛΑΘΙ

Αναφορικά με το αν θα μπορούσε να υπάρξει «plan b» σε περίπτωση που τα πράγματα με την πανδημία δεν εξελιχθούν καλά ο κ. Χιόνης, εξηγεί ότι:
Αυτό εξαρτάται από τις χρηματοδοτήσεις που θα είναι διαθέσιμες πλέον, όχι από τον ελληνικό προϋπολογισμό και από τις δυνατότητες αλλά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Δεν νομίζω ότι μπορεί όμως. Αν ήθελε η Ευρωπαϊκή Ένωση να στηρίξει ουσιαστικά και οικονομικά τις χώρες και αν μπορούσε – γιατί εγώ πιστεύω ότι δεν μπορεί και όχι ότι δεν θέλει – θα είχε επιταχύνει και τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο από ο,τι φαίνεται ούτε το 2021 θα εμφανιστεί εκτός από κάτι «ψιλολόγια». Ας ξεκινήσουμε από τα εύκολα και μετά πάμε στα δύσκολα, δηλαδή σε ένα πανδημικό φαινόμενο πως θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει τα μεγάλα και δημοσιονομικά κενά. Να κρατάμε πολύ μικρό καλάθι.

Κλείνοντας ο κ. Χιόνης σημείωσε ότι:
Προσωπικά έχω μια μόνιμη προσέγγιση τον τελευταίο καιρό σε αυτά τα πράγματα, που λέει ότι «ο μεγάλος εχθρός του οικονομικού σχεδιασμού και της οικονομικής πορείας της χώρας είναι η εμμονή που έχουμε να μην προσεγγίζουμε ρεαλιστικά τα πράγματα». Δηλαδή νομίζω ότι ζούμε σε ένα υπερβατικό επίπεδο που μπερδεύουμε αυτά τα οποία θέλουμε, με αυτό το οποίο θα γίνει. Και εγώ θέλω να έχουμε 5.5% και 6% ανάπτυξη, αλλά φοβάμαι ότι έτσι όπως πηγαίνουν τα πράγματα, είναι ζήτημα αν θα είναι 1% ή 1.%. Το ότι διαπιστώνω το 1.5%, δεν σημαίνει ότι το επιζητώ. Εγώ δεν έχω κάποιον πολιτικό λόγο. Έχω κάποιο εργαστήριο στην Κομοτηνή, το οποίο κάνει οικονομικές έρευνες και μελέτες και καταλήγουμε εκεί. Θέλω να πω δηλαδή ότι έτσι όπως εξελίσσεται ο δημόσιος διάλογος, «δαιμονοποιείται» η οποιαδήποτε αμφιβολία ή αντίδραση στο βασικό σενάριο, σε όλα τα θέματα και όχι μόνο ως προς την οικονομία, γιατί έχουμε μια μόνιμη εμμονή να υπερβατούμε και να είμαστε μακριά από τον ρεαλισμό. Η ελληνική οικονομία λοιπόν είναι παγιδευμένη σε ένα σενάριο το οποίο κινείται στο διάστημα μεταξύ της ύφεσης και της ασθενικής ανάπτυξης. Αυτή είναι η πραγματικότητα και απλώς «κλωτσάμε» την πραγματικότητα πιο κάτω γιατί αρνούμαστε να δούμε τα πράματα έτσι όπως είναι. Η πραγματικότητα είναι ότι αυτήν την στιγμή στην καλύτερη περίπτωση η ελληνική οικονομία να κινηθεί στο 1.5% – 2%. Αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης δεν επαρκεί ούτε για να επουλώσει τις προηγούμενες «πληγές» ούτε για να συντηρήσει αυτήν την αναπτυξιακή ώθηση και απογείωση της ελληνικής οικονομίας. Χρειάζεται κάτι διαφορετικό.