Δεν καταργείται το «χύμα τσίπουρο» από εστιατόρια και ταβέρνες

Ο. Βουρβουκέλης: «Όποιος ήθελε, έκανε απόσταξη…»
Μ. Τσιακίρογλου: «Στο ελεγκτικό σκέλος αφορά ο νόμος»

Πολύ…φασαρία για το τίποτα, γίνεται αυτό το διάστημα για το θέμα του «χύμα» τσίπουρου. Ωστόσο η πραγματική κατάσταση είναι διαφορετική, αφού αφενός δεν καταργείται ή αποσύρεται το χύμα τσίπουρο από τα εστιατόρια, αλλά αυστηροποιείται για τον επαγγελματία το πλαίσιο που αφορά στην «προέλευσή» του, υποχρεώνοντάς τον (αν και σε κάποια καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος ίσχυε από πέρυσι) να αναφέρει σε διακριτό σημείο την προέλευση του προϊόντος και να το αναγράφει και στον τιμοκατάλογο.
Για όλα τα παραπάνω μίλησαν στην «Θ» ο γνωστός οινοποιός κ. Οδυσσέας Βουρβουκέλης καθώς και η πρόεδρος της ΟΕΒΕ Ν. Ξάνθης κ. Μαίρη Τσιακίρογλου.

«ΟΠΟΙΟΣ ΗΘΕΛΕ, ΕΚΑΝΕ ΑΠΟΣΤΑΞΗ – ΣΤΗΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ»

Ειδικότερα ο κ. Βουρβουκέλης εξηγεί ότι «έχει βγει μια αίσθηση ότι θα καταργηθεί το «χύμα» από τις ταβέρνες και τα εστιατόρια, αλλά κάτι τέτοιο, σε αυτές τις διατάξεις που έστειλαν, δεν είναι ξεκάθαρο. Έχει πολλά «παράθυρα», οπότε ακόμη περιμένουμε διευκρινιστικές κλπ. Έως τώρα, υπήρχε ένα πλαίσιο, αλλά μπορούσε ο οποιοσδήποτε – ακόμη και αν δεν είχε παραγωγή σταφυλιού ή αμπέλι- να αποστάξει, με τους λεγόμενους «διήμερους αποστακτήρες». Αυτό σήμαινε ότι ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να βγει στην αγορά και να πουλήσει 100 λίτρα για παράδειγμα. Να πάει δηλαδή και να αγοράσει σταφύλια και να τα αποστάξει. Τώρα  πάει να μπει ένα πλαίσιο – όπως έχουμε καταλάβει- στο ότι μπορεί να αποστάξει -όποιος έχει καταχωρημένο κομμάτι αμπελοκαλλιέργειας (στο αμπελουργικό μητρώο) – να αποστάξει τα σταφύλια που θα παράξει και μετά να πουλήσει το τσίπουρο, μέχρι κάποια λίτρα και πάλι, εννοείται με παραστατικά. Πάει να μπει ένα πλαίσιο λοιπόν, ώστε οι ελεγκτικοί μηχανισμοί που θα βγαίνουν έξω, να έχουν μια «βάση». Γιατί τώρα, όταν βγαίνουν έξω, μπορούν να τους εμφανίζουν από οπουδήποτε παραστατικά και να λένε ότι «το τσίπουρο το πήραμε από το…τάδε κτήμα», αλλά να το έχουν πάρει από κάποιον που δεν το παράγει κανονικά. Το άλλο πλαίσιο που πάνε επίσης να προχωρήσουν, αφορά στο ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια παίρνουμε πολλά πρόστιμα από την ΕΕ, διότι όπως ορίζεται από τον κανονισμό, το χύμα τσίπουρο θα έπρεπε να έχει ίδιο φόρο όταν το παράγεις – διότι αυτός που αποστάζει πληρώνει φόρο στο τελωνείο – με το εμφιαλωμένο. Επιβάλλονται πολλά πρόστιμα εδώ και χρόνια και είχε βγει ένα «καμπανάκι» για φέτος και είπαν ότι θα το εφαρμόσουν και θα «ισοφαρίσουν» τον φόρο. Για αυτό υπάρχουν πολλές αντιδράσεις με το χύμα. Έτσι θα περιοριστεί πολύ η παραγωγή στο «χύμα» γιατί θα πληρώνουν πιο πολλούς φόρους, οπότε θα βγει πιο ακριβό στην αγορά, ενώ τώρα είναι πολύ φθηνό. Φέτος, τελικά πήραν μια παράταση και μάλλον θα εφαρμοστεί, ενδεχομένως, του χρόνου. Ουσιαστικά πάντως, θέλουν να υπάρχει μια ιχνηλασιμότητα, ώστε όταν αυτοί που θα διενεργήσουν τους ελέγχους να ξέρουν ότι το τσίπουρο είναι από συγκεκριμένο κτήμα, να ελέγξουν μετά όλα τα έγγραφα για το πώς προήλθε. Αυτό βέβαια ισχύει και από πέρυσι. Υποχρεούνταν δηλαδή κάποιος που έχει μια ταβέρνα, να αναγράφει από πού είναι το χύμα τσίπουρο. Το όνομα του παραγωγού κλπ. Κάποιοι το εφαρμόζουν βέβαια ήδη. Πρέπει να το αναγράφει και στον κατάλογο κλπ, ενώ αν δεν το αναγράφει, θα υπάρχουν κυρώσεις».

«ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΚΕΛΟΣ ΑΦΟΡΑ Ο ΝΟΜΟΣ – 1500 ΕΥΡΩ ΤΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΣΕ ΟΠΟΙΟΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΙΝΑΚΙΔΑ Ή ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΜΕ ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΑΞΗΣ»

Από την πλευρά της η κ. Τσιακίρογλου αναφέρει ότι «ουσιαστικά αυτό που λέει ο νόμος αφορά στο ελεγκτικό σκέλος. Ουσιαστικά όταν προμηθευόμαστε ως καταστήματα εστίασης, τσίπουρο από μικρές οινοποιητικές μονάδες, θα πρέπει να αναγράφεται η μονάδα και ότι έχει διαφορετική ονομασία από την λέξη «τσίπουρο». Θα αναφέρεται ως «απόσταγμα» για παράδειγμα. Θα μπορεί να ονομάζεται τσίπουρο, όταν είναι από μια μεγάλη ποτοποιία. Δεν θα μπορούμε δηλαδή να χρησιμοποιήσουμε για το τσίπουρο μιας μικρής οινοποιητικές μονάδας, την ορολογία «τσίπουρο». Ουσιαστικά αλλάζει το λεκτικό που έχει να κάνει περισσότερο με εμάς τους καταστηματάρχες, απέναντι στους επικείμενους ελέγχους που ενδεχομένως να υπάρξουν. Δεν έχει να κάνει με το πώς θα το αποκαλέσει ο πελάτης. Ο πελάτης θα συνεχίσει να πίνει τσίπουρο. Η ονομασία, ουσιαστικά, αλλάζει και γίνεται για την διασφάλιση της υγειονομικής ποιότητας και γενικά του υγειονομικού σκέλους που φτάνει στον καταναλωτή. Το χύμα, παραμένει χύμα, με άλλη ονομασία. Είμαστε δηλαδή υποχρεωμένοι όσοι παίρνουμε από μικρές οινοποιητικές μονάδες, να αναφέρουμε ποιος είναι ο παραγωγός και να το ονομάζουμε «απόσταγμα». Θεωρώ ότι ο καταναλωτής βέβαια, δεν θα πει ότι θέλει «απόσταγμα» του τάδε. Ο καταναλωτής ζητά τσίπουρο «χύμα» ή «εμφιαλωμένο». Είναι καθαρά για τον ελεγκτικό μηχανισμό η εγκύκλιος που βγήκε. Αφορά τον καταστηματάρχη απέναντι στον έλεγχο. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια ουσία σε όλο αυτό που θα επιβαρύνει ή θα προβληματίσει τον επαγγελματία. Το μόνο που έχει να κάνει είναι να αλλάξει την ονομασία του «χύμα τσίπουρου» στον κατάλογό του και επαναλαμβάνω ότι γίνεται για πιθανολογούμενο έλεγχο. Όταν δηλαδή έρθει ο έλεγχος, θα πρέπει στον κατάλογο να αναγράφεται ότι το προϊόν είναι της «τάδε οινοποιητικής μονάδας και φυσικά να έχει το αντίστοιχο παραστατικό στην επιχείρησή του. Πρέπει να πιστοποιεί το ένα το άλλο. Νομίζω ότι γίνεται πολύ «φασαρία» για το τίποτα. Το θέμα είναι ουσιαστικό όσον αφορά στο ότι οι συνάδελφοι της εστίασης πρέπει να είναι ενήμεροι όσον αφορά στο γραφειοκρατικό – διοικητικό σκέλος, για να είναι προφυλαγμένοι σε έναν πιθανολογούμενο έλεγχο και γίνεται βέβαια και για την ποιότητα. Το ίδιο το υπουργείο, δεν έχει όχι στην πώληση χύμα τσίπουρο, απλά είναι απαραίτητη η αναγραφή της προέλευσης. Βέβαια, πρέπει να ενημερώσουμε ότι η αντίθεση όψη  επισύρει πρόστιμο έως και 1500 ευρώ, σε όποιον δεν έχει πινακίδα με τα στοιχεία του προμηθευτή. Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν το προϊόν θα πρέπει να έχουν σε εμφανές σημείο του καταστήματος αναρτημένη πινακίδα και να φαίνεται καθαρά το ονοματεπώνυμο του παραγωγού του προϊόντος που διαθέτουν και το αντίστοιχο παραστατικό».