Δεν «τσουλάει» το πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων «Φραγκουδάκη»

Γ. Βενετοπούλου: «Δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα και στις ανάγκες της εποχής»

Σ. Καδρή: «Απέτυχε παταγωδώς– Διδάχθηκα πριν 30 χρόνια τα δημόσια βιβλία και έμαθα μια χαρά τα ελληνικά»

Είκοσι δύο χρόνια συμπληρώνονται φέτος για το πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων με την αρμόδια επιστημονική επιτροπή, να διοργανώνει «Ημερίδα Απολογισμού» του έργου και… αναστοχασμού για το μέλλον του Προγράμματος, την Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου στην Κομοτηνή.

Ένα πρόγραμμα για το οποίο είναι πολλά τα ερωτηματικά που ανακύπτουν αναφορικά με το αν αποδίδει ή όχι για τα παιδιά της μειονότητας, αφού αρκετοί γονείς ζητούν από πέρυσι ακόμη, την εισαγωγή των δημοσίων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία. Θέμα, το οποίο έφερε μεγάλη σύγχυση στην μαθητική και εκπαιδευτική κοινότητα, δημιουργώντας μαθητές «τριών ταχυτήτων».

Για όλα τα παραπάνω μίλησαν στην «Θ» το μέλος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ) κ. Γιώτα Βενετοπούλου, καθώς και η μητέρα και εκπαιδευτικός (απόφοιτη ΕΠΑΘ) της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης κ. Σουζάν Καδρή.

«ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ – ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ – ΚΑΙ ΦΕΤΟΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ»

Ειδικότερα η κ. Βενετοπούλου ανέφερε επακριβώς στην «Θ» ότι «τα πρώτα χρόνια που κυκλοφόρησαν τα βιβλία αυτά του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, βοήθησαν γιατί ήταν και κάποια καινούρια βιβλία με άλλες προσεγγίσεις σε κάθε θεματική ενότητα, προσαρμοσμένα σε παιδιά τα οποία δεν είχαν μητρική γλώσσα την ελληνική. Στην αρχή υπήρχαν αντιδράσεις και από τους γονείς και από τους εκπαιδευτικούς. Μπορούμε όμως να πούμε ότι βοήθησαν. Βέβαια τα πράγματα έχουν αλλάξει. Έχουν περάσει 22 χρόνια και θεωρώ ότι θα πρέπει να υπάρχει μια επικαιροποίηση των σχολικών βιβλίων, είτε αυτό αφορά μουσουλμανοπαίδες είτε αφορά τα δημόσια σχολεία. Κάθε φορά οι εκπαιδευτικοί λένε ότι χρειάζεται μια επικαιροποίηση των σχολικών βιβλίων, με νέα δεδομένα, προσαρμοσμένα στις απαιτήσεις των καιρών και βλέπουμε ότι αυτό χρειάζεται και εκεί».

 

«ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΕΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ»

«Ήδη έχουμε ενημερωθεί ως Διδασκαλική Ομοσπονδία, από τον πρόεδρο του Διδασκαλικού Συλλόγου Ξάνθης  κ. Δημήτρη Ντούμο για το θέμα αυτό και θα το δούμε. Ήδη έχουμε κάνει κάποιες κινήσεις για να ενημερώσουμε την αρμόδια υφυπουργό για θέματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας μειονοτικής και διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και ελπίζω ότι θα έχουμε κάποια ανταπόκριση και κάποιο αποτέλεσμα εντός των ημερών, ώστε να μην υπάρχει αυτή η σύγχυση που υπήρξε πέρυσι και σε γονείς και σε μαθητές και σε εκπαιδευτικούς» συνέχισε η ίδια, σημειώνοντας ότι «αυτήν την στιγμή το πρόγραμμα αυτό δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα και στις ανάγκες της εποχής. Φανταστείτε ότι και εμείς ως εκπαιδευτική κοινότητα, είχαμε κάνει κάποιες επισημάνσεις αναφορικά με το συγκεκριμένο πρόγραμμα για κάποιες διορθώσεις κάποιων βιβλίων, αλλά δεν είδαμε να γίνεται κάτι. Τα λάθη που υπήρχαν, συνεχίζουν να υπάρχουν και τα νέα βιβλία τυπώνονται με τα προηγούμενα λάθη, χωρίς να δίνεται καν σημασία σε αυτά που είχαμε επισημάνει ως εκπαιδευτικοί, δουλεύοντας αυτά τα βιβλία στην πράξη, τόσα χρόνια στα σχολεία αυτά. Ένα παιδί που φεύγει από ένα μειονοτικό σχολείο, έχοντας λίγες γνώσεις για τα μαθήματα (εκτός της γλώσσας) να πηγαίνει στο Γυμνάσιο και να έχει μια άλλη εμπειρία – μια διαφορετική προσέγγιση – από τα άλλα παιδιά που έχουν διδαχθεί τα άλλα βιβλία. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία. Θα πρέπει δηλαδή να προσαρμοστούν – αν υπάρξουν βέβαια – τα νέα βιβλία ή να διορθωθούν αυτά που ήδη υπάρχουν.

 

«ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΠΑΙΔΩΝ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ»

Κλείνοντας η κ. Βενετοπούλου σημείωσε ότι «η πλειοψηφία των μαθητών στρέφεται στην δημόσια εκπαίδευση, αν όχι στο δημοτικό τουλάχιστον στο γυμνάσιο. Βλέπουμε ότι υπάρχει αύξηση των μαθητών από την μουσουλμανική μειονότητα στα Γυμνάσια και στα Λύκεια και αυτό σημαίνει πολλά γιατί θεωρώ ότι και οι εκπαιδευτικοί με τον τρόπο τους, βοηθούν αυτά τα παιδιά, ώστε να έχουν ένα καλύτερο μέλλον και την εισαγωγή τους στα πανεπιστήμια (έχουμε αύξηση μαθητών και στα πανεπιστήμια). Κάτι που είναι πολύ θετικό για εμάς, πόσο μάλλον για τα ίδια τα παιδιά και τις οικογένειές τους».

«ΔΙΔΑΣΚΟΜΟΥΝ ΩΣ ΜΑΘΗΤΡΙΑ ΠΡΙΝ 30 ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΑ – ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΤΑΠΕΞΕΛΘΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ;»

Από την πλευρά της η κ. Καδρή, ανέφερε ότι «το πρόγραμμα αυτό που «τρέχει» εδώ και 22 χρόνια στα μειονοτικά σχολεία, ναι μεν έχει προετοιμαστεί από μια επιστημονική ομάδα που σέβομαι και δεν αμφιβάλλω για την προσπάθεια και το έργο της. Θα μιλήσω σαν μητέρα, γιατί όπως γνωρίζετε ως εκπαιδευτικός, δεν είμαι στο ελληνόγλωσσο πρόγραμμα, αλλά στο μειονοτικό. Θα ήταν λάθος μου, να το αξιολογήσω από εκπαιδευτικής άποψης γιατί δεν διδάσκω αυτά τα βιβλία. Ως μητέρα λοιπόν, όταν πρωτογνώρισα αυτά τα βιβλία (πριν 15 χρόνια) και η μεγάλη μου κόρη ξεκίνησε το δημοτικό, ένιωσα έκπληξη, διότι δεν ήταν τα βιβλία που διδάχθηκα εγώ πριν από 30 χρόνια σε ένα χωριό της ορεινής περιοχής της Ξάνθης. Αν διαβάσετε τους στόχους, το πρόγραμμα αυτό, αποσκοπεί στην αναβάθμιση της μειονοτικής εκπαίδευσης. Όμως, όταν μιλάμε για αναβάθμιση, νομίζω ότι θα πρέπει να δούμε το αποτέλεσμα μετά από τόσα χρόνια. Η δική μου άποψη για αυτά τα βιβλία, σαν γονέας, δεν είναι τόσο θετική. Σαν γονιός και μετά από τόσα χρόνια και μέσω των μαθητών και μέσω των παιδιών μου, νομίζω ότι δεν τα έχει καταφέρει το πρόγραμμα αυτό στους βασικούς κεντρικούς στόχους του (αναφέρομαι στην αναβάθμιση της μειονοτικής εκπαίδευσης). Πριν από 30 χρόνια σε ένα χωριό της ορεινής περιοχής της Ξάνθης, εγώ σαν μαθήτρια, διδασκόμουν τα βιβλία του δημοσίου όπως και ο «Χρήστος», ο «Γιάννης» σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, και έμαθα μια χαρά τα ελληνικά. Γιατί μετά από τόσα χρόνια να μην μπορούν (σήμερα) τα παιδιά να ανταπεξέλθουν σε αυτά τα βιβλία; Οι λόγοι που οδήγησαν στην δημιουργία αυτού του προγράμματος, όπως αναφέρονται, αφορούν σε παιδάκια δημοτικού που τα περισσότερα από αυτά δεν συνέχιζαν σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Αυτό ισχύει μεν, αλλά ο βασικός λόγος δεν ήταν σίγουρα τα δημόσια βιβλία. Πριν από 40 – 50 χρόνια, πολλά από τα παιδιά (όχι μόνο αυτά της μειονότητας) δεν συνέχιζαν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οπότε δεν έχει να κάνει μόνον με την μειονότητα αυτό. Σαφώς και εκεί ο αριθμός των παιδιών που δεν συνέχιζε ήταν μεγαλύτερος γιατί ήταν μια κλειστή κοινωνία και υπήρχε και το πρόβλημα της διγλωσσίας που έκανε ακόμη πιο δύσκολη την εισαγωγή των παιδιών στα πανεπιστήμια. Διαφωνώ κάθετα με το ότι αυτός ήταν ο λόγος της δημιουργίας του προγράμματος. Παράδειγμα είμαι εγώ η ίδια. Ως ένα παιδί της μειονότητας, αποφοίτησα από ένα μειονοτικό σχολείο της ορεινής περιοχής όπου διδάχθηκα τα βιβλία του δημοσίου και όταν πήγα στο Γυμνάσιο, εννοείται ότι αντιμετώπισα κάποια προβλήματα, τα οποία όμως δεν ήταν τραγικά. Μια χαρά προσαρμόσθηκα και στο Γυμνάσιο και συνέχισα αργότερα στο Γενικό Λύκειο και τελείωσα και το Παιδαγωγικό Τμήμα. Δεν αντιμετώπισα, ούτε αντιμετωπίζω κανένα πρόβλημα».

«ΑΠΕΤΥΧΕ ΠΑΤΑΓΩΔΩΣ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ – ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΚΕΣΠΕΜ ΝΑ ΜΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΩΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΑ;»

«Αυτό το πρόγραμμα  επικαλείται ότι η μειονοτική εκπαίδευση δεν είχε απόδοση με τα δημόσια βιβλία. Αν μετά από 22 χρόνια, δούμε αν όντως εκπληρώθηκαν αυτοί οι στόχοι, προσωπικά θα πω ότι έχουν αποτύχει παταγωδώς. Και αυτό διότι ειλικρινά πιστεύω ότι η αυτήν την στιγμή η εκπαίδευση στο δημοτικό είναι κάκιστη και ανεπαρκής. Τα βιβλία αυτά είναι πολύ φτωχά σε υλικό. Αυτό δεν το λέω μόνον εγώ, αλλά το έχω ακούσει και από πολλούς συναδέλφους. Δεν αμφιβάλλω ότι το πρόγραμμα έχει ετοιμαστεί από μια ομάδα που σίγουρα έχει τις απαραίτητες γνώσεις, όμως κάτι δεν έχει γίνει σωστά. Νομίζω ότι δεν καταρτίστηκαν σωστά οι εκπαιδευτικοί για να το «τρέξουν». Και οι συνάδελφοι εκπαιδευτικοί του προγράμματος (και ειδικά οι αναπληρωτές) μπορεί να έρχονται από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και δεν γνωρίζουν καν για την ύπαρξη ενός τέτοιου προγράμματος. Πέραν τούτου, προσωπικά αυτό που βλέπω είναι ότι τα παιδιά που τελειώνουν το μειονοτικό σχολείο, γνωρίζουν πού ελάχιστα την ελληνική γλώσσα. Αυτό είναι το πιο δυσάρεστο. Θέλω κάποιον να μου εξηγήσει γιατί εγώ πριν 30 χρόνια, με τα δημόσια βιβλία που διδάχθηκα, μιλούσα μια χαρά τα ελληνικά και αυτά τα παιδιά που υποτίθεται ότι όλα εξελίσσονται όσο περνούν τα χρόνια, έχουν ένα πού φτωχό λεξιλόγιο. Ένας λόγος ακόμη που επικαλείται το πρόγραμμα, είναι η βοήθεια για ποιοτική εκπαίδευση. Εγώ το βλέπω πραγματικά υποτιμητικό αυτό. Εμείς δεν ήρθαμε ξαφνικά από μια άλλη χώρα για να μάθουμε μια ξένη γλώσσα και δεν νομίζω ότι τα ελληνικά είναι μια δεύτερη γλώσσα. Προσωπικά δεν το δέχομαι αυτό» συνέχισε η ίδια, σημειώνοντας ότι «για αυτό ζητάμε τα δημόσια βιβλία στα μειονοτικά σχολεία. Είμαι η πρώτη ως γονέας που το ζητώ, γιατί ναι μεν τα παιδιά μπορεί να δυσκολεύονται (επειδή έχουν άλλη μητρική γλώσσα) αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν. Επίσης στο πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, είναι ενταγμένα και τα ΚΕΣΠΕΜ (πολιτιστικά και πολιτισμικά κέντρα) που λειτουργούν ως φροντιστήρια τις απογευματινές ώρες για την στήριξη της πρωινής ζώνης. Θα ήμουν πολύ περισσότερο σύμφωνη και θα έβλεπα πολύ πιο λογικό, να υπήρχε το πρόγραμμα των ΚΕΣΠΕΜ, σαν παράλληλη στήριξη στα δημόσια βιβλία. Τότε θα έλεγα ότι υπάρχει όντως μια προσπάθεια αναβάθμισης της εκπαίδευσης στα μειονοτικά σχολεία, όχι όμως με «φτωχότερα» υλικά. Τέλος, θα ήταν λάθος να μην αναφέρουμε και άλλους παράγοντες που συμβάλλουν στην μη επαρκή ομιλία των ελληνικών από τα παιδιά. Είναι ένας παράγοντας η εκπαίδευση, αλλά δεν είναι μόνον αυτός. Υπάρχουν και άλλοι, που δεν είναι της ώρας βέβαια, να αναλύσουμε».