Έφυγε απο την ζωή, ο Χρήστος Σαρτζετάκης

Σε ηλικία 93 ετών έφυγε από τη ζωή ο Χρήστος Σαρτζετάκης. Ο θάνατος του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας του ανακοινώθηκε το πρωί της Πέμπτης, 3 Φεβρουαρίου.

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης κέρδισε την καταξίωση όταν ήταν ανακριτής την υπόθεση της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Προτάθηκε για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον Ανδρέα Παπανδρέου και ανέλαβε στις 29 Μαρτίου του 1985. Έμεινε στο ύπατο αξίωμα έως τον Μάρτιο του 1990.

Τους τελευταίους μήνες νοσηλευόταν σε σοβαρή κατάσταση στο Λαϊκό νοσοκομείο. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή το πρωί της 3ης Φεβρουαρίου. Στις αρχές Δεκεμβρίου είχε διασωληνωθεί λόγω πνευμονίας. Ήταν παντρεμένος με την Έφη Αργυρίου και είχαν μία κόρη.

Δεν ήταν μόνο ο παραδειγματικός τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε την υπόθεση Λαμπράκη, μην υποκύπτοντας στις αφόρητες πιέσεις από την κυβέρνηση Καραμανλή και την τότε ηγεσία της Δικαιοσύνης και των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά και η στάση του, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας πια, την περίοδο 1989-1900, άσκησε τα καθήκοντά του με προσήλωση στο Σύνταγμα σε μια ταραχώδη πολιτικά περίοδο για τη χώρα, όταν οι εκλογικές αναμετρήσεις δεν έδωσαν απόλυτη πλειοψηφία σε κανένα κόμμα.

Ποιός ήταν ο Χρήστος Σαρτζετάκης

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 6 Απριλίου 1929. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός της Χωροφυλακής, καταγόμενος από τα Χανιά. Η μητέρα του, το γένος Γραμμενόπουλου, ήταν από το Σκλήθρο Φλώρινας, κόρη του Μακεδονομάχου Κοσμά Γραμμενόπουλου.

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης είχε πάρει πτυχίο Νομικής από το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και μπήκε στο δικαστικό κλάδο το 1955. Το 1961 ήταν ανακριτής στο Αγρίνιο, στην ανάκριση του παιδαγωγού Μιχάλη Παπαμαύρου. 

Το 1956 υπηρέτησε ως Ειρηνοδίκης στην Κλεισούρα Καστοριάς, το 1963 υπηρέτησε στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, και έγινε γνωστός ως ανακριτής στην υπόθεση της δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη. Διεξήγαγε την ανάκριση χωρίς να υποκύψει σε πολιτικές πιέσεις που δέχτηκε από την τότε πολιτική και δικαστική εξουσία. Η γενναία στάση του αποτυπώθηκε στην ταινία “Ζ” του Κώστα Γαβρά.

Με εκπαιδευτική άδεια έκανε στο Παρίσι κατά το διάστημα 1965-1967 μεταπτυχιακές σπουδές στο Εμπορικό Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο.

Το 1968, επί Χούντας, απολύθηκε από το δικαστικό σώμα και στη συνέχεια συνελήφθη δύο φορέςβασανίστηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ και φυλακίστηκε, χωρίς δίκη. Βγήκε από τις φυλακές της Χούντας μετά από διεθνή κατακραυγή το 1971. Με την πτώση της δικτατορίας αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία του τον Σεπτέμβριο του 1974 με τον βαθμό του Εφέτη.

Το 1976 συμμετείχε στη σύνθεση του Συμβουλίου Εφετών η οποία απέρριψε το αίτημα της Γερμανίας για την έκδοση του Ρολφ Πόλε, καταζητούμενου για τρομοκρατική δράση, με το σκεπτικό ότι τα εγκλήματά του είναι πολιτικά και ως εκ τούτου η έκδοσή του απαγορεύεται από το ελληνικό Σύνταγμα. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε πειθαρχική δίωξη κατά των τριών πλειοψηφησάντων δικαστών (Κ. Αλεξόπουλος, Σ. Βάλλας, Χ. Σαρτζετάκης) γι’ αυτή την απόφαση, γεγονός που θεωρήθηκε ανεπίτρεπτη παρέμβαση στη δικαστική ανεξαρτησία.

Το 1981 προήχθη στον βαθμό του Προέδρου Εφετών και το 1982 στον βαθμό του Αρεοπαγίτη.

Το 1985 ο Χρήστος Σαρτζετάκης προτάθηκε από το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου για Πρόεδρος της Δημοκρατίας και εξελέγη με τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ και των κομμάτων της Αριστεράς στις 29 Μαρτίου 1985. Παρέμεινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας μέχρι τις 5 Μαΐου 1990.

Ο Πρόεδρος με τα χρωματιστά ψηφοδέλτια και τον… Αλευρά

Η εκλογή του συνδέθηκε με δύο προβλήματα Συνταγματικού Δικαίου: τα «χρωματιστά ψηφοδέλτια» και την «ψήφο Αλευρά». Για την ψηφοφορία χρησιμοποιήθηκαν ψηφοδέλτια διαφορετικού χρώματος για κάθε υποψήφιο, κάτι που η Νέα Δημοκρατία (τότε αξιωματική αντιπολίτευση) κατήγγειλε ως απόπειρα ακύρωσης του μυστικού χαρακτήρα της ψηφοφορίας, επειδή, όπως υποστήριξε, το χρώμα του κάθε ψηφοδελτίου διακρινόταν από τον ημιδιαφανή φάκελο. Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο τότε Πρόεδρος της Βουλής, Γιάννης Αλευράς, δεν έπρεπε να λάβει μέρος στην ψηφοφορία ως εκτελών χρέη Προέδρου της Δημοκρατίας μετά την πρόωρη παραίτηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Η θητεία του στιγματίστηκε από την ανένδοτη άρνησή του ως Προέδρου της Δημοκρατίας να απονείμει χάρη στον ισοβίτη Χρήστο Ρούσσο (σ.σ. είχε καταδικαστεί για το φόνο του εραστή του, ο οποίος τον ωθούσε στην πορνεία), στάση που αποδόθηκε σε ομοφοβία και διάκριση, εφόσον υπήρχαν οι προϋποθέσεις και η θετική εισήγηση του Συμβουλίου Χαρίτων. Η απεργία πείνας που ξεκίνησε ο Ρούσσος πυροδότησε ένα ευρύ κίνημα συμπαράστασης, στο οποίο συμμετείχαν προσωπικότητες του πνευματικού, νομικού, πολιτικού και καλλιτεχνικού κόσμου από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τελικά, ο Χρήστος Ρούσσος αποφυλακίστηκε με χάρη που του δόθηκε το 1990 από τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή. 

Μετά το 1990 αποσύρθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη δημόσια ζωή. 

Στις 21 Δεκεμβρίου 2018, βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη δημοσίευση του έργου «Επιτελών το καθήκον μου», κείμενο με τη μειοψηφική γνώμη που διατύπωσε το 1964 ως ανακριτής στην υπόθεση Λαμπράκη, το οποίο αξιολογήθηκε ως λαμπρό δείγμα ευσυνείδητης, εμβριθούς, εξονυχιστικής και θαρραλέας ανακριτικής στάσης.