Εγκύκλιος 209η – Μεγάλη Παρασκευή 2018

Πρός

Τόν Ἱερό Κλῆρο καί τόν εὐσεβῆ Λαό

τῆς καθ΄ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

 

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,

1-1-3Ζήσαμε τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα στούς Ἱερούς Ναούς μας ὅλες τίς φάσεις τοῦ θείου δράματος. Ὅλοι κρατᾶμε εὐλαβικά ἀπό τά παιδικά μας χρόνια τήν μορφή τοῦ Χριστοῦ στή μνήμη μας, αὐλακωμένη ἀπό τόν ἱδρώτα τῆς ἀγωνίας, στεφανωμένη μέ τά ἀγκάθια, πονεμένη ἀπό τήν ὀδύνη τοῦ Σταυροῦ καί θλιμμένη ἀπό τήν ἔσχατη ταπείνωση.

Μά πρέπει νά ξέρουμε πώς ὁ πιό μεγάλος πόνος Του δέν προέρχεται οὔτε ἀπό τίς μαστιγώσεις, οὔτε ἀπό τίς ὕβρεις καί τίς βλασφημίες. Ὁ πιό μεγάλος πόνος Του ἔχει αἰτία τήν ἀχαριστία καί τήν ἀγνωμοσύνη τῶν ἀνθρώπων πού εὐεργέτησε, τήν ἐπιμονή τους νά μένουν στήν πλάνη καί στήν ἄρνηση τους νά δεχθοῦν τήν λύτρωση γιά τήν ὁποία Ἐκεῖνος θυσιάστηκε.

Καί αὐτό τό μαρτύριο Του ἐπεκτείνεται μέσα στούς αἰῶνες καί φθάνει στίς μέρες μας ἀφοῦ καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι Τόν ξανασταυρώνουμε μέ τήν συμπεριφορά μας. Ὁ Χριστός ξανασταυρώνεται ἀπό ἐκεῖνους πού καπηλεύονται τίς ἀρχές γιά τίς ὁποῖες θυσιάστηκε. Πολλοί στήν ἱστορία τοῦ κόσμου ἔβαλαν γιά σημαία τους τόν Σταυρό καί τό Εὐαγγέλιο γιά νά κρύψουν κάτω ἀπό τά Ἅγια σύμβολα τίς ἄνομες προθέσεις καί τά πανοῦργα σχέδιά τους. Οἱ σταυροφόροι ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ καί μέ πρόσχημα τήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἁγίων Τόπων γύμνωσαν τήν Βασιλεύουσα καί τῆς ἐπέφεραν τέτοιο πλῆγμα πού δέν μπόρεσε νά ἀνανήψει.

Ὁ Χριστός ξανασταυρώνεται ἀπό τούς ἰδεολογικούς ἀντιπάλους τῆς πίστης, οἱ ὁποῖοι μέ τήν πέννα βουτηγμένη στό δηλητήριο τῆς ἄρνησης καί τῆς συκοφαντίας ποτίζουν τήν νεολαία μέ ἀμφισβήτηση καί σπέρνουν στόν ἀστήρικτο λαό τήν ἀμφιβολία. Φορτώνουν στόν Χριστό ἀνθρώπινα πάθη καί τά προβάλλουν ἰδιαίτερα τήν περίοδο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί αν κάποιος ἀντιδράσει τόν κατηγοροῦν ὡς ἀναχρονιστή καί πολέμιο τῆς ἐλευθερίας τῆς ἔκφρασης καί τῆς ‘’καλλιτεχνικῆς δημιουργίας’’.

Ὁ Χριστός ξανασταυρώνεται ἀπό ἐκείνους πού τόν ἐγκαταλείπουν καί σύρονται πίσω ἀπό ἀφελεῖς ἀνατολικές δοξασίες καί αἰρέσεις καί προσπαθοῦν ἀπεγνωσμένα νά χορτάσουν μέ ξυλοκέρατα τῆς στείρας διανόησης, τήν διαμαρτυρόμενη καί διψασμένη ψυχή τους. Ὁ Χριστός ξανασταυρώνεται ὅταν ἐμεῖς πού φέρουμε τό ὄνομά Του ζοῦμε μέσα στήν ἁμαρτία, στό ψέμα, στήν ἀδικία.

Ὁ Πιλᾶτος τό ἁμάρτημά του προσπάθησε νά τό ξεπλύνει μέ το νερό πού ζήτησε ἀπό ἔξω. Καί λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῶος εἰμί ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου Τούτου.

Ὁ Πέτρος τήν ἁμαρτία τῆς ἀρνήσεως προσπάθησε νά ξεπλύνει μέ νερό πού ἀνέβλυσε ἀπό μέσα του, μέ τά δάκρυά του. «Ἐξελθῶν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς» Τό νερό τοῦ Πιλάτου ἄγγιξε τήν ἐπιδερμίδα του, τά δάκρυα τοῦ Πέτρου ἀνακαίνισαν τήν ψυχή του, ἄς τόν μιμηθοῦμε.

Δέν γνωρίζουμε ἄν στόν Γολγοθᾶ κατά τή Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ βρισκόταν ἐκεῖ οἱ γονεῖς τοῦ ληστῆ. Ἄν βρισκόταν ὅμως θά ἦταν ὄχι μόνο θλιμμένοι ἀλλά καί κοινωνικά ἀπομονωμένοι ἀφοῦ θά ἦταν οἱ γονεῖς ἑνός ληστῆ. Ὅμως μετά τό «μνήσθητι μου» πού εἶπε, οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔγιναν οἱ γονεῖς τοῦ πρώτου πολίτη τοῦ οὐρανοῦ. Ὅλοι μας παίρνουμε θάρρος ἀπό αὐτό, μά πιό πολύ οἱ γονεῖς πού ἔχουν ἐπαναστατημένα παιδιά. Ἄς μήν ἀπελπίζονται. Γιά κανένα παιδί δέν ἀκούστηκε τό «τετέλεσται».

Δέν ὑπάρχει Ἅγιος χωρίς παρελθόν καί ἁμαρτωλός χωρίς μέλλον. Ὁ Χριστός περπάτησε στά κύματα γιά νά τονώσει τήν πίστη τῶν μαθητῶν Του. Μπήκε στό σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου γιά νά σώσει τήν ψυχή του. Κάθισε στό πηγάδι τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ καί συνομίλησε μέ τήν Σαμαρείτιδα γυναίκα γιά νά τήν ἀναγεννήσει καί ἀπό σκοτεινή πού ἦταν νά τήν κάνει Ἁγία Φωτεινή.

Ἀνέβηκε στό Σταυρό γιά νά σώσει τό πεσμένο ἀνθρώπινο γένος. Καί ὅλους ἐμᾶς μᾶς ἀναζητᾶ ἀδελφοί στά κύματα τῶν δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς μας, στήν δοκιμαζομένη οἰκογένεια μας, στό ξεροπήγαδο τῶν μάταιων ἐπιδιώξεών μας, στό κάθε σταυροδρόμι τῆς ζωῆς, ὄρθιους ἤ πεσμένους.

Ἄς πάρουμε τήν ἀπόφαση νά πάμε κοντά Του βγαίνοντας ἀπό τά μνήματα τῶν παθῶν καί ἀδυναμιῶν μας. Ἄς ἀλλάξουμε πορεία ἀναζητώντας στή ζωή ὅτι λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν ἐπιστολή του πρός τούς Φιλιππισίους: «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἰ τις ἀρετὴ καὶ εἰ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε καί ταῦτα πράσσετε καί ὁ Θεός τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν».

Διάπυρος πρός τόν Παθόντα καί Ταφέντα Κύριον εὐχέτης

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο ΞΑΝΘΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΕΩΡΙΟΥ