Γ. Τσιγάρας: Επιτακτική η ανάγκη να εισαχθεί η τοπική ιστορία στα σχολεία μας
“Υπάρχει βιβλιογραφία – Το θέμα είναι να θεσμοθετηθεί”, σημειώνει στην “Θ” ο πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ
Δημόκριτος, Λεύκιππος, Ανάξαρχος, Βίων, Πρωταγόρας είναι μόνον μερικές από τις τεράστιες φυσιογνωμίες που “γέννησε” ο τόπος μας και συγκεκριμένα τα Αρχαία Άβδηρα. Φυσιογνωμίες που είναι γνωστές για το έργο τους (στη φιλοσοφία, στα μαθηματικά, σε θεωρίες που μένουν αναλλοίωτες στον χρόνο) σε παγκόσμιο επίπεδο, εντούτοις παραμένουν άγνωστες για την συντριπτική πλειονότητα των Ξανθιωτών και ιδιαίτερα των παιδιών μας.
Αντίστοιχη “άγνοια” υπάρχει και για τα νεότερα – στην ιστορία- σημαίνοντα πρόσωπα του τόπου μας, για τα μνημεία μας αλλά ακόμη και για τις τοπικές και εθνικές επετείους.
Και παρά το γεγονός ότι κάποτε οι μαθητές των σχολείων διδάσκονταν την τοπική τους ιστορία, σήμερα δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Πόσο σημαντική όμως είναι η εισαγωγή ενός τέτοιου μαθήματος, στα σχολεία της περιοχής μας; Είναι ανάγκη για τους μαθητές της δευτεροβάθμιας – κυρίως – εκπαίδευσης, να γνωρίσουν και να μάθουν για την ιστορία του τόπου τους και πως θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;
Την άποψή του, για όλα τα παραπάνω, εκφράζει μέσα από την “Θ” ο Καθηγητής Ιστορίας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης και πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ κ. Γεώργιος Τσιγάρας.
“ΣΥΜΠΤΩΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ, Η ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΑΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ”
Αναλυτικότερα, ο ίδιος, ανέφερε αρχικά στην “Θ” ότι “η σχέση των νεοελλήνων με την ιστορία και ιδιαίτερα των μαθητών μας, είναι δύσκολη. Είναι και αυτή η σχέση ένα σύμπτωμα της εποχής μας, της κοινωνίας μας. Είναι πολύ πιθανό η δυσκολία αυτή να οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται η ιστορία στα σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ίσως και εμείς οι δάσκαλοι να είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτή τη δύσκολη σχέση των νέων μας με την ιστορία, με τα μνημεία μας. Δυστυχώς, εμείς οι δάσκαλοι δεν τους μεταδώσαμε την αγάπη για τον τόπο μας, την γάπη για την ιστορία και ειδικά την τοπική μας ιστορία
Αναφορικά με τη Θράκη, αυτή την πλούσια σε μνημεία και ιστορία περιοχή της πατρίδας μας από την προϊστορία μέχρι σήμερα, είναι αναγκαίο τα παιδιά μας να γνωρίσουν την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της. Μπορεί στη Θράκη να μην σώθηκαν μεγάλα μνημεία, δεν έχουμε πολλά «ιστάμενα» μνημεία, έχουμε όμως πολλές θέσεις αρχαίων, βυζαντινών και νεότερων μνημείων, τα οποία συνθέτουν το πολιτικό πρόσωπο της Θράκης. Μπορεί οι λαοί που κατέβαιναν από τον βορρά στη θάλασσα του Αιγαίου τόσο την αρχαία εποχή όσο και τη βυζαντινή περίοδο στα λιμάνια των Αβδήρων-Πολυστύλου και της Μαρώνειας τόσο για εμπορικούς όσο και για κατακτητικούς λόγους να κατέστρεφαν τα μνημεία και να λεηλατούσαν την περιοχή, ωστόσο σήμερα χάρη στις αρχαιολογικές έρευνες και τις μελέτες των καθηγητών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πολλά πράγματα για την ιστορίας μας
Η Θράκη κατά τη βυζαντινή περίοδο ήταν “το προαύλιο της Κωνσταντινούπολης”. Την Κωνσταντινούπολη την εποφθαλμιούσαν οι λαοί από τον βορρά και τον νότο, στρατοπέδευαν στην ευρύτερη περιοχή της και την λεηλατούσαν, Και για τον λόγο αυτό έχει σωθεί στην ορεινή περιοχή ένα σημαντικό αμυντικό σύστημα , οχυρώσεις, που χιεάζεται να ερευνηθούν.
Αυτή είναι η ιστορία μας. Η αρχαία και η βυζαντινή. Όμως η Θράκη έχει και την οθωμανική περίοδο που μας έχει αφήσει αρκετά μνημεία. Είναι και αυτά μνημεία της ιστορίας μας και δημιουργούν το πολιτιστικό πρόσωπο της περιοχής και την πολιτιστική της ποικιλία. Εμείς, ιδιαίτερα στην Ξάνθη, έχουμε το προνόμιο να σώζεται σχεδόν ακέραιη η Παλιά Πόλη και αυτό το οφείλουμε σε έναν άνθρωπο, έναν νομάρχη, τον Κ. Θανόπουλο, ο οποίος δεν ήταν θρακιώτης. Αγάπησε όμως τη Θράκη, αγάπησε την Ξάνθη και μπόρεσε – με ένα Προεδρικό Διάταγμα – να σώσει την Παλιά Πόλη. Για εμάς ο οικισμός της Παλιάς Ξάνθης είναι ένα σημείο αναφοράς που δείχνει ποια είναι η θέση μας, ποιο είναι το ιστορικό βάθος μας, ποιο είναι το πολιτισμικό βάθος μας. Ότι εμείς είμαστε εδώ. Εμείς είμαστε οι Χριστιανοί, οι Έλληνες, πού έχουμε δημιουργήσει όλο αυτό το πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της Παλιάς Πόλης. Η Παλιά Πόλη έχει χαρακτηριστεί ως ένα υπαίθριο μουσείο αρχιτεκτονικής και πραγματικά εκεί μπορεί κανείς να βρει όλα τα αρχιτεκτονικά ρεύματα που επικρατούσαν στην Ευρώπη αλλά και στην οθωμανοκρατούμενη – τότε – Β. Ελλάδα. Αυτό οφείλεται στην καλλιέργεια και στο εμπόριο του καπνού, πού είναι πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία μας. Η Παλιά Πόλη διατηρείται μέχρι και σήμερα και οφείλουμε να την διατηρήσουμε, όχι μόνον για τουριστικούς ή οικονομικούς λόγους, αλλά και για λόγους αυτοσυνειδησίας. Για λόγους ταυτότητας των κατοίκων της περιοχής μας”.
“ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΕΙΣΑΧΘΕΙ Η ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ – ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΟΥ, ΑΝ ΔΕΝ ΤΗΝ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ”
Αναφερόμενος ο κ. Τσιγάρας στη αναγκαιότητα εκμάθησης όλου αυτού του ιστορικού-πολιτιστικού πλούτου από τις νεότερες γενιές, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την διδασκαλία του μέσα στα σχολεία. Ανέφερε τα εξής: “αναφορικά με τη διδασκαλία της τοπικής μας ιστορίας, από όσο μπορώ να γνωρίζω, παλαιότερα διδάσκονταν στα σχολεία, αλλά σήμερα δεν διδάσκεται. Αυτό είναι λάθος, γιατί η τοπική ιστορία είναι μία σύγχρονη πατριδογνωσία. Δεν μπορείς να αγαπήσεις τον τόπο σου, δεν μπορείς να αγαπήσεις την πατρίδα σου, αν δεν τη γνωρίσεις. Αν δεν ξέρεις ποιο είναι το ιστορικό της βάθος. Στο εξωτερικό, τα μικρά παιδιά, ήδη από την προσχολική ηλικία, βγαίνουν έξω από τους παιδικούς σταθμούς και περιδιαβαίνουν την πόλη τους, γνωρίζουν τα ιστορικά κτίρια, γνωρίζουν τα γεγονότα, γνωρίζουν τις μεγάλες προσωπικότητες και αυτό δημιουργεί μία ευαισθησία, η οποία δηλώνει και αυτοσυνειδησία, αλλά και ανάγκη προστασίας αυτού του δομημένου περιβάλλοντος που δημιουργεί τον πολιτισμό. Σκεφτείτε τι θα ήμασταν στην Ξάνθη αν δεν είχαμε την Παλιά Πόλη. Θα ήταν μία πόλη, όπως όλες οι άλλες στην Ελλάδα και δεν θα είχε τον χαρακτήρα που έχει, την ιδιαιτερότητά της.
Όσον αφορά τη μελέτη της τοπικής ιστορίας, στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, λειτουργεί εδώ και 8 χρόνια ένα πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών (Σπουδές στην Τοπική Ιστορία – Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις). Φέτος πήραμε τους τελευταίους φοιτητές και από του χρόνου θα έχουμε μία “επανίδρυση” αυτού του μεταπτυχιακού προγράμαμτος και πάλι με αναφορά στην την τοπική ιστορία. Θα λειτουργήσει το Πρόγραμμα αυτό σε συνεργασία με το με το Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου μας και παράλληλα θα μελετάται από τους συναδέλφους αρχιτέκτονες η προστασία της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς κα η αποκατάσταση των μνημείων μας. Νομίζω ότι είναι μία πολύ καλή προσπάθεια και έχει αποδώσει και θα αποδώσει πολλούς ερευνητικούς καρπούς. Έχουμε μελετήσει την ιστορία της περιοχής, τα πολιτικά, τα οικονομικά, τα στρατιωτικά γεγονότα, τα μνημεία της περιοχής (από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα) και νομίζω ότι έχουμε μία πολύ καλή βάση – από ερευνητικής άποψης- για να μελετήσουμε και να γνωρίσουμε την τοπική ιστορία της Θράκης αλλά και της Ξάνθης ειδικότερα.
Θεωρώ ότι είναι επιτακτική ανάγκη να εισαχθεί τοπική ιστορία στα σχολεία, με έναν μοντέρνο τρόπο, ούτως ώστε τα παιδιά να μπορέσουν να αγαπήσουν τον τόπο τους. Γιατί μέσα από την ιστορία, μέσα από τα μνημεία, μέσα από τη γνωριμία με τους ανθρώπους, αγαπάς τον τόπο σου. Και έτσι σκέφτομαι ότι μπορούμε να αποφεύγουμε τα ευτράπελα του να μην γνωρίζουν τα παιδιά τις εθνικές ή τοπικές γιορτές. Αλλά να τους διδάξουμς την ιστορία με τρόπο εύληπτο, δροσερό και μοντέρνο. Η τοπική ιστορία δεν είναι μόνο μάθημα. Ουσιαστικά είναι «ένα ταξίδι στην ιστορία της πατρίδας σου. Ένα εσωτερικό ταξίδι στον εαυτό σου”.
“ΥΠΑΡΧΕΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΘΕΙ”
Τέλος σε ερώτηση της “Θ” αναφορικά με το αν η παραπάνω μελέτη θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εγχειρίδιο για τους εκπαιδευτικούς ή αν αυτή θα μπορούσε να υιοθετηθεί από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, ο κ. Τσιγάρας, απαντά ως εξής:
“Το Υπουργείο Παιδείας, εκφράζεται σε αυτά τα θέματα με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Αυτό που κάνουμε εμείς το πανεπιστήμιο δεν είναι η συγγραφή εγχειριδίων. Απλώς εμείς, δίνουμε τη δυνατότητα σε νέους ερευνητές οι οποίοι θέλουν να προχωρήσουν, να εμβαθύνουν και αναγνωρίσουν τον τρόπο με τον οποίο μελετά κανείς την τοπική ιστορία. Εγχειρίδιο, με βάση τις παιδαγωγικές και επιστημονικές απόψεις, θα κάνει το ΙΕΠ. Εμείς δίνουμε την πλατφόρμα επάνω στην οποία μπορούν να πατήσουν οι συγγραφείς στους οποίους θα αναθέσει το υπουργείο παιδείας την συγγραφή μίας τοπικής ιστορίας. Αλλά, ποιας τοπικής ιστορίας; Κάθε τόπος πρέπει να έχει το δικό του βιβλίο ή τουλάχιστον το δικό του πρόγραμμα σπουδών.
Βιβλία υπάρχουν για την Ξάνθη. Δόξα τω Θεώ, υπάρχει μία πολύ καλή βιβλιογραφία, από το ’70 και μετά (Π. Γεωργαντζής, Θ. Εξάρχου, Γ. Βογιατζής, Γ. Μπακιρτζής, Δ. Μαυρίδης, Γ. Τσιγάρας). Έχουμε συντάξει μία πολύ καλή βιβλιογραφική συναγωγή μελετών, στην οποία θα μπορέσει να ανατρέξει κανείς κάποιος για να κάνει ένα μάθημα τοπικής ιστορίας. Το θέμα είναι να θεσμοθετηθεί από το Υπουργείο”.