Τα πρώτα “έκτακτα” έσοδα από την προσπάθεια περιορισμού της φοροδιαφυγής που ξεκίνησε στο τέλος του 2023 περιλαμβάνονται στην “καθαρή” υπέρβαση κατά 1,3 δισ. ευρώ, τα οποία καταγράφει η εκτέλεση του προϋπολογισμού για το διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σε χθεσινές του δηλώσεις τόνισε ότι με βάση τους υπολογισμούς του ΥΠΕΘΟ, η προσπάθεια καταπολέμησης της φοροδιαφυγής αναμένεται ότι θα φέρει στα κρατικά ταμεία πρόσθετα έσοδα τα οποία θα κυμαίνονται από 2 έως και 2,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση έως και το 2027. Σύμφωνα με πληροφορίες η απόδοση εσόδων από φοροδιαφυγή θα είναι για φέτος μικρότερη καθώς βασικά μέτρα όπως π.χ. η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών και POS ξεκίνησε με καθυστέρηση. Συγκεκριμένα, τα πρόσθετα έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής θα φτάσουν για φέτος τα 1 έως και 1,5 δισ. ευρώ, κυρίως από την είσπραξη έμμεσων φόρων με προοπτική να φτάσουν πάνω από 2 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια.
Η προσπάθεια για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής εντάθηκε μετά τις εκλογές του προηγούμενου Ιουνίου με κατάληξη το νομοσχέδιο με το πλέγμα των 11 παρεμβάσεων, που ψηφίστηκε στο τέλος του προηγούμενου χρόνου. Στα μέτρα του πακέτου περιλαμβάνονταν και ο τεκμαρτός τρόπος φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων ο οποίος αναμένεται να αποδίδει σε μόνιμη βάση πρόσθετα έσοδα λίγο πάνω από τα 500 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το μεγαλύτερο κέρδος από την προσπάθεια κατά της φοροδιαφυγής (περίπου 2 δισ.) θα προέλθει από την ένταση των φορολογικών ελέγχων με την χρήση νέας τεχνολογίας, την ένταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και την επέκταση της χρήσης και την αξιοποίηση στοιχείων από την πλατφόρμα My DATA.
Σε δημοσιονομικό επίπεδο, τα πρόσθετα έσοδα που θα έχουμε για φέτος από την μείωση της φοροδιαφυγής, είναι και η βασική αιτία για την οποία το οικονομικό επιτελείο έχει αναθεωρήσει – άτυπα ακόμη – προς τα πάνω την εκτίμηση για το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο πλέον αναμένεται να φτάσει στο 2,5% του ΑΕΠ αντί 2,1% του ΑΕΠ που ήταν ο επίσημος στόχος στο πρόγραμμα σταθερότητας και ανάπτυξης 2024 – 2025, του περασμένου Απριλίου.
Μεγαλύτερα πλεονάσματα ως το 2028
Σε μια προοπτική τετραετίας ο περιορισμός της φοροδιαφυγής θα δώσει πολύ υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και για τα επόμενα χρόνια βελτιώνοντας και την διαπραγματευτική ισχύ της ελληνικής πλευράς στις συζητήσεις για νέα μέτρα ελάφρυνσης. Τούτο με δεδομένο ότι το σφικτό δημοσιονομικό πλαίσιο που θέτουν οι νέοι κανόνες οι οποίοι συμφωνήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τον περασμένο Δεκέμβριο δεν επιτρέπει αποκλίσεις.
Το πρώτο δείγμα τέτοιου κέρδους είχαμε φέτος με το πακέτο της ΔΕΘ. Την στιγμή που θεωρητικά δεν υπήρχαν περιθώρια, η Ελλάδα συμφώνησε με την Commission για πρόσθετα μέτρα της τάξης των 500 εκατ. ευρώ. Ανάλογες διαπραγματεύσεις θα γίνουν και τα επόμενα χρόνια ώστε να υλοποιηθούν και νέες παρεμβάσεις σε οικονομά ευάλωτες ομάδες πολιτών.
Παράλληλα, υπάρχει και η προσδοκία ότι η σημαντικά καλύτερη πορεία των εσόδων σε συνδυασμό βέβαια με την διατήρηση της ανάπτυξης να οδηγήσει σε καλύτερες δημοσιονομικές επιδόσεις. Πιο βασικό, το κρίσιμο μέγεθος του δημοσίου χρέος, το οποίο θα πρέπει να αποκλιμακωθεί το ταχύτερο δυνατό πριν “αλλάξει σελίδα” από το 2032, όταν πλέον η Ελλάδα θα κληθεί να ξεκινήσει την αποπληρωμή όλων των δανείων που έχει πάρει από τους διεθνείς πιστωτές (τον λεγόμενο επίσημο τομέα) κατά την διάρκεια των μνημονίων.