Απ. Σουλιώτης: «Το να εγγραφείς στην ΤΟΜΥ είναι απλό. Το να εξεταστείς είναι το δύσκολο»
Γ. Παπαδόπουλος: «Δεν ξέρουμε από Η/Υ – Έχουμε κάνει θυσίες για να έχουμε ασφάλεια, αλλά…»
«Πιο εύκολο είναι να κερδίσεις το…Τζόκερ, παρά να βρεις την «υγειά» σου στο ΕΣΥ».
Αυτή είναι η φράση με την οποία θα μπορούσε να περιγραφεί η κατάσταση που επικρατεί στο κομμάτι της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας (και) στην Ξάνθη, αφού από την μια μεριά ναι μεν μπορεί ένας ασφαλισμένος να εγγραφεί στις ΤΟΜΥ, αλλά θα εξετασθεί συνήθως από Γενικό Ιατρό, ο οποίος θα τον…παραπέμψει σε Ειδικό, ενώ από την άλλη μεριά, μόνο ως άπιαστο όνειρο μπορεί να χαρακτηρισθεί ένα ραντεβού στα εξωτερικά ιατρεία μέσα από το ηλεκτρονικό σύστημα του Γενικού Νοσοκομείου Ξάνθης, το οποίο και να γνωρίζει κανείς, απλά δεν…προλαβαίνει.
Συμπεράσματα, τα οποία ανακύπτουν από το σημερινό ρεπορτάζ της «Θ», με αφορμή δεκάδες παράπονα ασφαλισμένων συμπολιτών μας που δυσκολεύονται να βρουν την «υγειά» τους στο ΕΣΥ στην Ξάνθη.
Τις απόψεις τους καταθέτουν το μέλος του Ιατρικού Συλλόγου Ξάνθης και γνωστός Οφθαλμίατρος κ. Απόστολος Σουλιώτης καθώς και το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Μελών του ΚΑΠΗ Ξάνθης κ. Ιωάννης Παπαδόπουλος.
«ΤΟ ΝΑ ΕΓΓΡΑΦΕΙΣ ΣΤΗΝ ΤΟΜΥ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΟ, ΤΟ ΝΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ – ΕΛΛΕΙΨΗ ΧΡΗΜΑΤΩΝ, ΣΤΑΣΗ…ΕΜΠΟΡΙΟΥ»
Ειδικότερα ο κ. Σουλιώτης αναφέρει στην «Θ» ότι «το να εγγραφείς στην ΤΟΜΥ είναι απλό. Το δύσκολο είναι πρώτον το να εξεταστείς και δεύτερον από έναν γιατρό ο οποίος να έχει την εμπειρία και την απαραίτητη γνώση, γιατί δεν γίνεται πάντα αυτό. Μπορεί να σε δει ένας Γενικός Ιατρός και εσύ να χρειάζεσαι κάτι πιο ιδιαίτερο. Γενικά, όλα έχουν σαν βάση το οικονομικό. Η παροιμία λέει «έλλειψη χρημάτων, στάση εμπορίου». Όταν δεν έχεις χρήματα να πληρώσεις τους γιατρούς, αυτοί φεύγουν στο εξωτερικό γιατί εκεί θα πληρωθούν καλύτερα, θα δουλέψουν με καλύτερες συνθήκες, θα έχουν μεγαλύτερη κοινωνική αναγνώριση και όλα αυτά που δυστυχώς δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Τι περιμένεις; Ότι θα πάει καλά; Για να οργανωθούν όλα αυτά χρειάζονται γιατροί που να έχουν διάθεση να συμβληθούν με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, οι οποίο όμως για να συμβληθούν θα πρέπει να αμειφθούν. Εάν κάποιος είναι να λάβει 1000 από τα οποία θα του κρατηθούν τελικά τα 800 ευρώ, τότε για ποιο λόγο να πάει να δουλέψει; Όσο καλή διάθεση και αν έχει κάποιος να βοηθήσει τους συνανθρώπους του, ενίοτε χρειάζεται και ένα ποσό. Αν και δεν μου αρέσει να μιλώ για το παρελθόν, γενικά το σύστημα ξεκίνησε «στραβά» από την αρχή. Και όταν ξεκινά κάτι «στραβά», δύσκολα μαζεύεται. Συνήθως γίνονται «πασαλείμματα» και βρισκόμαστε ακριβώς σε αυτήν την φάση. Η δουλειά του Γενικού Ιατρού είναι να κατευθύνει τον ασθενή για τον γιατρό που πρέπει να επισκεφθεί. Αυτή είναι η βασική του δουλειά ή να αντιμετωπίσει απλά πράγματα, τα οποία η εμπειρία του και η γνώση του, του επιτρέπουν να τα αντιμετωπίσει».
«ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΣΤΕΛΕΧΩΜΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ…ΥΠΟΣΤΕΛΕΧΩΜΕΝΑ ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΙΑΤΡΕΙΑ – «ΤΖΟΚΕΡ» ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ»
Σε ο,τι αφορά στο νοσοκομείο, ο ίδιος αναφέρει ότι «όταν ο ασθενής βιώνει όλα τα παραπάνω, θα πάει εκεί που είναι πιο καλά για αυτόν. Κακά τα ψέματα, το νοσοκομείο έχει τα Εξωτερικά Ιατρεία, που έστω και υποστελεχωμένα, έχουν καλύτερη στελέχωση από τις μονάδες ΤΟΜΥ. Αυτό σημαίνει ότι ο ασθενής θα «φορτωθεί» στο νοσοκομείο και έτσι το νοσοκομείο αντί να είναι μονάδα τριτοβάθμιας φροντίδας, γίνεται αναγκαστικά μονάδα πρωτοδευτεροτριτοβάθμιας φροντίδας. Για τα ραντεβού, εκεί όντως είναι «τζόκερ». Μόλις ανοίγει το σύστημα, έχουν κλείσει όλα τα ραντεβού. Δεν βρίσκεις ραντεβού σε καμία περίπτωση. Όμως όπως είπαμε όλα αυτά είναι θέματα οργανώσεως, τα οποία θέματα οργανώσεως είναι θέματα χρηματικά κατά βάσιν και λιγότερο θέματα ενδιαφέροντος των υπευθύνων. Θέλουν να βοηθήσουν τον κόσμο αλλά υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες και αυτό είναι ολοφάνερο».
«ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΔΙΩΤΗΣ ΓΙΑΤΡΟΣ»
Κλείνοντας ο κ. Σουλιώτης σημείωσε ότι «ο ιδιώτης γιατρός είναι απαραίτητος γιατί δεν υπάρχει δυνατότητα (ακόμη και στα πιο τέλεια συστήματα υγείας στον κόσμο) να απορροφήσεις τους πάντες. Έτσι όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα, στρέφονται στους ιδιώτες. Αυτό είναι αυτονόητο και ο ιδιώτης με αυτήν την έννοια βοηθά στο να αποσυμφορηθεί το νοσοκομείο. Από την άλλη μεριά επειδή και ο κόσμος δυσκολεύεται πάρα πολύ οικονομικά, λέει ότι έχει δουλέψει και έχει πληρώσει τόσα χρόνια τα «μαλλιοκέφαλά» του στην ασφάλιση και τρέχει να πληρώσει και πάλι. Δυστυχώς, έχει έρθει η ώρα του λογαριασμού εδώ και αρκετό καιρό και αυτό πρέπει να το κατανοήσουμε. Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε, τώρα ήρθε η ώρα του λογαριασμού. Λυπάμαι που το λέω, αλλά τα δανεικά πληρώνονται. Μπορεί να λέμε ότι φταιν οι «κακοί δανειστές», αλλά κάποιες φορές πρέπει να κοιτούμε και τον καθρέφτη και να σκεφτόμαστε μήπως μερικές φορές και εμείς κάναμε λάθη και ήρθε η ώρα να πληρώσουμε τον «λογαριασμό» που εμείς δημιουργήσαμε…;»
«ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΑΠΟ Η/Υ – ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΙ ΘΥΣΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΑΛΛΑ…»
Από την πλευρά του ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρει ότι «προσωπικά δεν μου έχει τύχει να έχω τέτοια προβλήματα, αλλά από ότι ακούω συμβαίνουν ειδικά στο νοσοκομείο. Το βασικό είναι ότι δεν ξέρουμε να χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρονικό υπολογιστή και έτσι, υποχρεωτικά ή θα πρέπει να πάρουμε τηλέφωνο ή να παραβρεθούμε αυτοπροσώπως εκεί. Αν πάρουμε τηλέφωνο θα μας πουν «ξανακαλέστε ή επικοινωνήστε ηλεκτρονικά». Δυστυχώς συμβαίνουν κάτι τέτοια. Και αυτοπροσώπως να παραβρεθούμε θα μας στείλουν πάλι πίσω. Αν γίνει ο,τιδήποτε διευκολύνει την 3η ηλικία, θα είναι ο,τι καλύτερο. Όλοι είμαστε εν δυνάμει ασθενείς. Σίγουρα την βιώνουμε την κατάσταση. Προσωπικά βέβαια, όπως είπα δεν έχω τόσο μεγάλη εμπειρία. Από ο,τι ακούω από τους συνομηλίκους μου, πάντα υπάρχει αυτό το πρόβλημα. Ως ηλικιωμένοι άνθρωποι, περιμένουμε οπωσδήποτε την βοήθεια των υπηρεσιών. Έχουμε κάνει θυσίες για να έχουμε ασφάλεια. Οπωσδήποτε οι περισσότεροι αναγκάζονται να πάνε σε κάποιον ιδιώτη για να βρουν την υγεία τους. Εμείς, σαν μεγάλοι άνθρωποι δεν μπορούμε να κάνουμε και τίποτε. Πώς να ενεργήσουμε για να επιτύχουμε ορισμένα πράγματα; Εσείς οι νέοι πρέπει να φροντίσετε για αυτό το πράγμα. Δουλέψαμε για να έχουμε ασφάλεια. Όσο δεν για τις συντάξεις μας, τι να πούμε; Έχουμε και το πρόβλημα ότι πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας που πολλά από αυτά έχουν ανάγκη. Πώς να μας περισσέψει για να πάμε από την άλλη, εύκολα σε έναν ιδιώτη;»