Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδας για τον πόλεμο στην Ουκρανία

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

            Ἡ Δι­αρ­κής Ἱ­ερά Σύ­νο­δος τῆς Ἐκ­κλη­σίας τῆς Ἑλ­λά­δος μέ αἴ­σθημα εὐ­θύ­νης ἐ­νώ­πιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς κοι­νό­τη­τος, κατά τήν συ­νε­δρί­αση Αὐ­τῆς τῆς 14ης Μαρ­τίου 2022, ἀ­σχο­λή­θηκε ἐ­πι­στα­μέ­νως καί μέ τό ζή­τημα τῶν τρα­γι­κῶν γε­γο­νό­των τοῦ πο­λέ­μου στήν Οὐ­κρα­νία.

Ἡ Ἱ­ερά Σύ­νο­δος, ἀ­φοῦ ἐ­νη­με­ρώ­θηκε ἀπό τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Ἀρ­χι­ε­πί­σκοπο Ἀ­θη­νῶν καί πά­σης Ἑλ­λά­δος κ. Ἱ­ε­ρώ­νυμο τόσο γιά τίς ἐ­πι­στο­λές, τίς ὁ­ποῖες ἀ­πέ­στειλε πρός τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Μη­τρο­πο­λίτη Κι­έ­βου καί πά­σης Οὐ­κρα­νίας κ. Ἐ­πι­φά­νιο καί τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Πα­τρι­άρχη Μό­σχας καί πά­σης Ρω­σίας    κ. Κύ­ριλλο, ὅσο καί γιά τήν δι­α­βού­λευση πού εἶχε μέ τό ἁρ­μό­διο Ὑ­πουρ­γεῖο Με­τα­να­στευ­τι­κῆς Πο­λι­τι­κῆς, ὡς πρός τήν πα­ροχή βο­η­θείας πρός τούς ἐκ τοῦ πο­λέ­μου πρό­σφυ­γες, ἀ­πο­φά­σισε νά ἀ­πευ­θυν­θεῖ καί πάλι πρός τόν Ἱ­ερό Κλῆρο καί τόν εὐ­σεβῆ Ὀρ­θό­δοξο Λαό, ἐκ­φρά­ζον­τας τήν θλίψη καί τήν ἀ­γω­νία Της γιά τόν κα­τα­στρε­πτικό πό­λεμο πού δι­ε­ξά­γε­ται ἐναντίον τῆς Οὐ­κρα­νίας.

Ἡ Ἱ­ερά Σύ­νο­δος αἰ­σθά­νε­ται ἔν­τονο τό χρέος νά κα­τα­δι­κά­σει τήν βί­αιη εἰ­σβολή τῶν ρωσικῶν στρατευμάτων καί τόν πό­λεμο στήν Οὐ­κρα­νία καί νά ὑ­ψώ­σει φωνή δι­α­μαρ­τυ­ρίας γιά ὅλα τά, ὡς μή ὤ­φειλε, θύ­ματα τοῦ πο­λέ­μου καί ὅ­λους τούς δι­ω­κο­μέ­νους. Θρη­νεῖ γιά ὅ­σους θα­να­τώ­θη­σαν, ἀλλά καί γιά ὅ­σους ἀ­κόμη δο­κι­μά­ζον­ται καί δι­ώ­κον­ται. 

Ὁ πό­λε­μος δέν εἶ­ναι κάτι και­νούρ­γιο στήν ἀν­θρώ­πινη ἱστο­ρία, ὅ­μως τοῦτο δέν τόν κα­θι­στᾶ, ὡς γε­γο­νός, λι­γό­τερο ἀπο­τρό­παιο. Ὁ Κύ­ριός μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός ἀρ­νεῖ­ται καί κα­τα­δι­κά­ζει τήν βία σέ ὅ­λες τίς μορ­φές της. Μά­λι­στα, ποτέ δέν χρη­σι­μο­ποί­ησε βία ἐ­ναν­τίον τῶν ἀν­θρω­πί­νων προ­σώ­πων, ἀ­κόμη κι ὅ­ταν ὁ Ἴ­διος τήν ὑ­πέ­στη παν­τοι­ο­τρό­πως.

Ἐξ ἐ­πό­ψεως Ὀρ­θο­δό­ξου, κα­νένα γε­γο­νός, κα­μία πρό­κληση, κα­μία ἐ­πι­δί­ωξη καί κα­μία πρό­φαση δέν δύ­να­ται νά δι­και­ο­λο­γή­σει τήν θη­ρι­ω­δία τοῦ πο­λέ­μου, ἡ φύση τοῦ ὁ­ποίου προ­ϋ­πο­θέ­τει τήν ἐ­πι­βολή τῆς βου­λή­σεως τοῦ ἰ­σχυ­ροῦ στόν ἀ­νί­σχυρο. Τοι­ου­το­τρό­πως, πα­ρά­γε­ται τό λε­γό­μενο «δί­καιο» τοῦ ἰσχυ­ροῦ, τό ὁ­ποῖο, βε­βαίως, δέν ἔ­χει κα­μία σχέση μέ τήν ἔν­νοια τῆς δι­και­ο­σύ­νης, τῆς ἀ­γά­πης καί τῆς ἐ­λευ­θε­ρίας, πού εὐ­αγ­γε­λί­ζε­ται ὁ Χρι­στός.

Ὁ πό­λε­μος ὄχι μόνο δέν λύ­νει τά προ­βλή­ματα, ἀλλά ἐνερ­γεῖ πολ­λα­πλα­σι­α­στι­κῶς, ἀ­να­πα­ρά­γον­τας καί ἀ­να­τρο­φο­δο­τών­τας τόν κύ­κλο τῆς βίας, τοῦ μί­σους, τοῦ πό­νου, τοῦ ξε­ρι­ζω­μοῦ, τῆς προ­σφυ­γιᾶς, τῆς πεί­νας καί τῆς ἀ­πώ­λειας τῆς ἴ­διας τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ζωῆς, πού ὡς Χρι­στι­α­νοί ὀ­φεί­λουμε νά σε­βό­μα­στε, νά προ­στα­τεύ­ουμε καί νά τι­μοῦμε.

Τίς ἡ­μέ­ρες αὐ­τές, ἡ Οὐ­κρα­νία βι­ώ­νει τόν πα­ρα­λο­γι­σμό καί τήν σκλη­ρό­τητα τοῦ πο­λέ­μου. Ἄ­μα­χοι βομ­βαρ­δί­ζον­ται, μέ θύ­ματα ἀ­κόμη καί παι­διά, κα­τα­στρέ­φον­ται Ἱ­ε­ροί Ναοί καί Ἱ­ε­ρές Μο­νές, ζω­τι­κές ὑ­πο­δο­μές καί μνη­μεῖα μα­κραί­ω­νης πο­λι­τι­σμι­κῆς ση­μα­σίας, στρα­τιές προ­σφύ­γων ἀ­να­ζη­τοῦν ἀ­πελ­πι­σμένα δι­ό­δους δι­α­φυ­γῆς. Ἐ­πι­πλέον, ἐλ­λο­χεύει ὁ κίν­δυ­νος μιᾶς πυ­ρη­νι­κῆς κα­τα­στρο­φῆς, ἐνῶ τί­ποτε δέν ἀ­πο­κλείει ὁ πό­λε­μος νά λά­βει παγ­κό­σμιες δι­α­στά­σεις.

Ἡ εὐ­θύνη πάν­των ἡ­μῶν τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Χρι­στι­α­νῶν ἔναντι αὐ­τῶν τῶν ὀ­λε­θρίων κα­τα­στά­σεων συ­νε­πά­γε­ται ἔμ­πονη προ­σευχή καί ἔν­τονη δράση δι­ότι καί ὁ Ἱ­δρυ­τής τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας, προ­σευ­χό­με­νος γιά τήν σω­τη­ρία μας, ἀ­νέ­λαβε, ἐν­τός τῆς ἱ­στο­ρίας, ρόλο ἐ­νεργό, ὁ ὁ­ποῖος Τόν ὁ­δή­γησε μέ­χρι τόν Σταυρό καί τόν θά­νατο, μέ σκοπό νά εὐ­αγ­γε­λι­σθεῖ τήν εἰ­ρήνη καί νά ἑ­νώ­σει τά πρίν δι­ε­στῶτα, δη­λαδή τόν ἄν­θρωπο μέ τόν Πλα­στουργό καί Θεό του.

Ὀ­φεί­λουμε, λοι­πόν, πρός δό­ξαν Θεοῦ νά πλη­ρο­φο­ρή­σουμε τήν δι­α­κο­νία μας. Ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος, σχε­τικά μέ τήν πα­ροχή ἀν­θρω­πι­στι­κῆς βο­η­θείας πρός τούς πρό­σφυ­γες, ἔχει ἤδη θέ­σει στήν δι­ά­θεση τῆς Πο­λι­τείας, σέ ἀ­γα­στή συ­νερ­γα­σία μέ τό ἁρ­μό­διο Ὑ­πουρ­γεῖο Με­τα­να­στευ­τι­κῆς Πο­λι­τι­κῆς, δο­μές τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Ἀρ­χι­ε­πι­σκο­πῆς Ἀ­θη­νῶν καί Ἱ­ε­ρῶν Μη­τρο­πό­λεων, κα­θώς καί ξε­νῶ­νες τῆς Ἀ­στι­κῆς Μή Κερ­δο­σκο­πι­κῆς Ἑται­ρείας «Συ­νύ­παρ­ξις» καί τοῦ Φι­λαν­θρω­πι­κοῦ Ὀρ­γα­νι­σμοῦ «Α­ΠΟ­ΣΤΟΛΗ», γιά τήν φι­λο­ξε­νία Οὐ­κρα­νῶν προ­σφύ­γων, ἰδίως παι­διῶν καί ἀ­συ­νό­δευ­των ἀ­νη­λί­κων. Ἐ­πι­προ­σθέ­τως, πολ­λές Ἱ­ε­ρές Μη­τρο­πό­λεις, σέ συ­νερ­γα­σία μέ φι­λαν­θρω­πι­κές ὀρ­γα­νώ­σεις καί φο­ρεῖς, προ­βαί­νουν σέ συγ­κέν­τρωση ἀν­θρω­πι­στι­κοῦ ὑ­λι­κοῦ, τό ὁ­ποῖο μέ φρον­τίδα τῶν προ­α­να­φερ­θέν­των φο­ρέων θά προ­ω­θη­θεῖ πρός τούς πλη­γέν­τες ἐκ τοῦ πο­λέ­μου.  

Ταὐ­το­χρό­νως, ἡ Ἐκ­κλη­σία μας ἀ­νέ­λαβε τήν πρω­το­βου­λία καί σέ ἐκ­κλη­σι­α­στικό ἐ­πί­πεδο νά ἀ­πευ­θύ­νει ἔκ­κληση πρός τούς ἁρ­μο­δί­ους ἐκ­κλη­σι­α­στι­κούς ἡ­γέ­τες μέ σκοπό τήν οὐ­σι­α­στική πα­ρέμ­βασή τους πρός τούς κο­σμι­κούς ἄρ­χον­τες τῆς δι­και­ο­δο­σίας τους γιά τόν τερ­μα­τι­σμό τοῦ πο­λέ­μου.

Τέ­κνα ἐν Κυ­ρίῳ ἀ­γα­πητά,

Ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος, ὅ­πως ἔ­πραξε καί στό πα­ρελ­θόν κατά τόν πό­λεμο καί τήν βί­αιη εἰ­σβολή στήν Σερ­βία, τό Κοσ­συ­φο­πέ­διο καί τήν χει­μα­ζο­μένη καί αἱ­μάσ­σουσα ἐπί πε­ντη­κον­τα­ε­τία ὅλη Κύ­προ μας, το­νί­ζει ἐκ νέου ὅτι καί στήν πε­ρί­πτωση τῆς εἰ­σβο­λῆς στήν Οὐ­κρα­νία ὁ πό­λε­μος δέν ἐ­πι­λύει ὁποι­εσ­δή­ποτε ἀν­θρώ­πι­νες δι­α­φο­ρές, ὅσο ση­μαν­τι­κές κι ἄν εἶ­ναι, σέ κοι­νω­νικό, ἐ­θνικό ἤ παγ­κό­σμιο ἐ­πί­πεδο.

Δυ­στυ­χῶς, μέσα ἀπό αὐ­τές τίς τρα­γι­κές κα­τα­στά­σεις φα­νε­ρώ­νε­ται καί ἡ ἀ­πο­τυ­χία μας ὡς ἀν­θρώ­πων καί εἰ­δι­κό­τερα ὡς Χρι­στι­α­νῶν, ἀ­κόμη καί ὡς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν ἡ­γε­τῶν, νά ζοῦμε μέσα στήν εἰ­ρήνη πού μᾶς κλη­ρο­δό­τησε ὁ Χρι­στός: «Εἰ­ρή­νην ἀφί­ημι ὑ­μῖν, εἰ­ρή­νην τήν ἐ­μήν δί­δωμι ὑ­μῖν» (Ἰω. 14,27).

Γι’ αὐτό καί προ­τρέ­πουμε πα­τρι­κῶς τό εὐ­σε­βές πλή­ρωμα τῆς Ἐκ­κλη­σίας, τόσο τούς ἐκ τοῦ ἱ­ε­ροῦ Κα­τα­λό­γου, ὅσο καί τούς εὐ­λα­βεῖς πι­στούς, σέ ἐγ­κάρ­δια προ­σευχή πρός τόν Ἄρ­χοντα τῆς Εἰ­ρή­νης, τόν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, μέ σκοπό νά φω­τί­σει τίς δι­ά­νοιες τῶν ἐ­χόν­των τήν κο­σμική ἐ­ξου­σία καί λαμ­βα­νόν­των ἀ­πο­φά­σεις, γιά τήν κατάπαυση κάθε πε­ραι­τέρω πο­λε­μι­κῆς ἐ­πι­βου­λῆς, τήν δι­ά­σωση τῶν ἀν­θρώ­πων καί τήν ἐ­πι­κρά­τηση παγ­κό­σμιας εἰ­ρή­νης.

Ἄς μᾶς κα­θο­δη­γή­σει ὅ­λους ἡ ἀ­γάπη τοῦ Θεοῦ, ἰ­δι­αι­τέ­ρως ὅ­σους εὑ­ρί­σκον­ται στήν δεινή δο­κι­μα­σία τοῦ πο­λέ­μου, ὥ­στε νά δι­έλ­θουμε τό ὑ­πό­λοιπο στά­διο τῆς Ἁ­γίας καί Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς ἐν εἰ­ρήνῃ, με­τα­νοίᾳ καί φι­λαλ­λη­λίᾳ καί νά ἀ­ξι­ω­θοῦμε τῆς με­το­χῆς στό σω­τή­ριο γε­γο­νός τῆς Ἀ­να­στά­σεως τοῦ Χρι­στοῦ μας ἀ­κέ­ραιοι καί εἰ­ρη­νι­κοί.

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης