Ο Ξανθιώτης διεθνολόγος Κ. Ζάρρας μιλάει στη «Θ»: «Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για όλα με την Τουρκία»

«Αυξημένος ο κίνδυνος θερμού επεισοδίου ανοιχτό όμως και το ενδεχόμενο της εκτόνωσης», εκτιμά ο ίδιος

Το ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν φτάσει σε ένα πολύ επικίνδυνο σημείο είναι πλέον ένα κοινό μυστικό το οποίο γνωρίζουν όλοι και προβληματίζει πλέον και εκείνους που μέχρι πρόσφατα ελάχιστα ασχολούνταν με τις γεωπολιτικές αναλύσεις.

Όμως η εξαιρετικά επιθετική ρητορική που αντιμετωπίζουμε τελευταία ως χώρα από την γειτονική Τουρκία και τους αξιωματούχους της, προεξάρχοντος του ίδιου του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είναι ένα σαφές σημείο προβληματισμού για το τι μπορεί να επιφυλάσσει το μέλλον για την χώρα μας και ειδικά για μία ακριτική περιοχή όπως είναι η Θράκη.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι οπωσδήποτε χρήσιμο να μπορέσουμε να αντιληφθούμε το γενικότερο γεωστρατηγικό και πολιτικό πλαίσιο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής το οποίο φαίνεται πλέον να επηρεάζει κρίσιμα και τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά.

Στην προσπάθεια αυτή η «Θ» ζήτησε την άποψη ενός Ξανθιώτη με σπουδές στο αντικείμενο των διεθνών σχέσεων και ειδικά σε αυτές της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Ο λόγος για τον κ. Κώστα Ζάρρα, διδάκτορα διεθνών σχέσεων στο πανεπιστήμιο ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Θεσσαλονίκης, γιο του γνωστού Ξανθιώτη κατασκευαστή κ. Χρήστου Ζάρρα.

Σύμφωνα με τον ίδιο λοιπόν: «Η χώρα μας θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για τα πάντα αφού αυτή τη στιγμή τα πάντα είναι πάνω στο τραπέζι από τότε που η Τουρκία αποφάσισε να παρέμβει στρατιωτικά στα εσωτερικά ενός άλλου κυρίαρχου κράτους, δηλαδή της Συρίας. Γενικότερα η απειλή ενός θερμού στρατιωτικού επεισοδίου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι πολύ μεγαλύτερη σήμερα από ότι ήταν π.χ. πριν τρία χρόνια και σίγουρα πολύ μεγαλύτερη από ότι ήταν πριν από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος που έγινε σε βάρος του κ. Ερντογάν. Αυτή ήταν μία αφορμή για να απαλλαχθεί ο ίδιος από τους πιο μετριοπαθείς και ρεαλιστές συμβούλους του, επιτείνοντας έτσι την επιθετικότητα στην πολιτική του ρητορική αλλά και πρακτική».

Ουσιαστικά η Τουρκία βρήκε το έδαφος, βοηθούμενη από μία αλλοπρόσαλλη αμερικανική εξωτερική πολιτική, να προωθήσει επιθετικούς στόχους σε βάρος της Συρίας και του Ιράκ, ανεβάζοντας παράλληλα επικίνδυνα το “θερμόμετρο” και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις

ΖΑΡΡΑΣ ΚΩΣΤΑΣ

«ΤΟ “ΜΕΓΑΛΟ ΒΗΜΑ” ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ»

Πιο συγκεκριμένα ο κ. Ζάρρας τόνισε ότι: «Όσον αφορά την τουρκική επιθετικότητα στα νότια και νοτιοανατολικά της σύνορα θα πρέπει να πούμε ότι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας σε ξένο έδαφος υπήρξαν και στο παρελθόν στο βόρειο Ιράκ. Δεν είναι λοιπόν κάτι καινούριο αυτό που γίνεται. Το καινοφανές ήταν η εισβολή στη Συρία το 2016. Σίγουρα θα πρέπει να μας προβληματίζει σοβαρά το γεγονός ότι η Τουρκία πέρασε αυτή την γραμμή. Όσον αφορά το που βασίζεται η τολμηρή αυτή κίνηση του Ερντογάν, το να επέμβει στην Συρία; Είναι μία κίνηση που θα πρέπει να την συνδυάσουμε όχι τόσο με την ρωσική υποστήριξη αλλά κυρίως με την ασάφεια που διέπει αυτή την στιγμή την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Αν ήταν διαφορετική η τελευταία, κατά την προσωπική ου εκτίμηση, τότε ο Ερντογάν δεν θα αποτολμούσε ποτέ να προχωρήσει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις τόσο βαθιά στο έδαφος της Συρίας. Είναι ένα ρίσκο που πήρε ο πρόεδρος της Τουρκίας το οποίο τελικά του “βγήκε”. Το γεγονός ότι η Τουρκία πήγε στην Αφρίν δεν είναι κάτι ανεξήγητο. Αντίθετα είναι εύλογη η κίνηση αυτή αφού η περιοχή του Αφρίν είναι η μόνη περιοχή που κατέλαβαν οι Κούρδοι μαχητές που δεν ήταν κάτω από την αεροπορική “ομπρέλα” των ΗΠΑ. Η διαδικασία επέκτασης άλλωστε των Κούρδων στα συριακά εδάφη γίνεται κάτω από την προστασία της κεντρικής διοίκησης των ΗΠΑ και παράλληλα με την πολιτική εντολή είναι οι αμερικανοί στρατηγοί που έχουν αναλάβει την προώθηση και προστασία της. Η διαδικασία αυτής της επέκτασης λοιπόν δεν είχε φτάσει ακόμη στην Αφρίν, όπου οι κουρδικές πολιτοφυλακές είχαν κυριαρχήσει μεν αλλά δεν είχαν ακόμη ενωθεί με τις υπόλοιπες περιοχές στις οποίες παρέχει προστασία ο στρατός των ΗΠΑ. Όταν αποφάσισε λοιπόν να εισέλθει η Τουρκία στην Αφρίν υπήρξε το δίλημμα του πως θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ, οι οποίες τελικά αποφάσισαν να μην κάνουν κάτι, όπως π.χ. θα μπορούσαν να επεκτείνουν την “ομπρέλα” προστασίας των Κούρδων, ερχόμενοι όμως σε ευθεία σύγκρουση έτσι με τον τουρκικό στρατό».

 

ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΛΜΗΣΟΥΝ ΣΤΟ ΜΑΜΠΙΤΣ;

Συνεχίζοντας ο κ. Ζάρρας αναφέρθηκε στο «μετέωρο βήμα» του κ. Ερντογάν, σε ότι αφορά ενδεχόμενη εισβολή στην περιοχή Μάμπιτς, εξηγώντας πως: «Το επόμενο βήμα που έχει διακηρύξει όμως ο Ερντογάν, η προέλαση δηλαδή στην περιοχή του Μάμπιτς, είναι μία εντελώς διαφορετική περίπτωση αφού η περιοχή αυτή βρίσκεται ήδη υπό την προστασία των ΗΠΑ και ο τουρκικός στρατός θα πρέπει να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τους αμερικανούς για να κυριαρχήσει και εκεί. Θα είναι μία πολύ πιο τολμηρή και εντελώς εχθρική κίνηση από την πλευρά του Ερντογάν και το θεωρώ λίγο δύσκολο να γίνει αν και δεν θα είναι η πρώτη φορά που από την υπερβολική του αυτοπεποίθηση ο Τούρκος πρόεδρος θα προχωρήσει σε μια λανθασμένη απόφαση. Το ζήτημα είναι πολύ σύνθετο όμως με τον συριακό στρατό να παίρνει περισσότερες πρωτοβουλίες περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Η κατάσταση είναι πολύ ευμετάβλητη και αλλάζουν από χρονική στιγμή σε χρονική στιγμή και από περιοχή σε περιοχή μέσα στο ίδιο θέατρο των επιχειρήσεων. Μην απορήσουμε δηλαδή αν δούμε σε ένα σημείο οι ΗΠΑ να έρχονται σε σύγκρουση με τις τουρκικές δυνάμεις και σε ένα άλλο να συνεργάζονται κατά των ρωσικών και των ιρανικών δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί».

 

«ΙΣΩΣ Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΦΡΙΝ ΝΑ ΕΚΤΟΝΩΣΕΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ»

Για την επιρροή των παραπάνω στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο κ. Ζάρρας υπογράμμισε πως: «Το σίγουρο είναι πως όποιες και να είναι οι εξελίξεις πρέπει να είμαστε έτοιμοι, ειδικά από την στιγμή που η Τουρκία ξεπέρασε τα όρια κι έχει αποφασίσει να παρέμβει στο εσωτερικό ενός άλλου κυρίαρχου κράτους. Όσον αφορά την μορφή που θα μπορούσε να λάβει μια τέτοια σύγκρουση δεν φαίνεται να είναι αυτή τη στιγμή σαφής. Θα μπορούσε να είναι είτε στην θαλάσσια περιοχή της Κύπρου ή σε κάποια από τις “γκρίζες” ζώνες που κρίνει η Τουρκία στο Αιγαίο. Είναι σημεία στα οποία θα μπορούσαμε να έχουμε ένα “θερμό” στρατιωτικό επεισόδιο. Οπότε οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι. Από την άλλη πρέπει να πω ότι το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να παρουσιάσει ως μία μεγάλη επιτυχία την κατάληψη της Αφρίν ίσως να αποτελέσει ένα σημείο που να εκτονώσει την ένταση στα ελληνοτουρκικά διότι θα έχει να επιδείξει μία επιτυχία στο κομμάτι της εσωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Βλέπουμε άλλωστε ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει αυξήσει την ένταση της ρητορικής του για το Αιγαίο έχοντας περισσότερο κατά νου το τι λέει εναντίον του η κεμαλική αντιπολίτευση και προσπαθώντας να εμφανιστεί βασιλικότερος του βασιλέως στα ελληνοτουρκικά θέματα…! Φανταστείτε πως παίζεται το παιχνίδι εκεί που η αντιπολίτευση στην Τουρκία τον κατηγόρησε για… υποχωρητικότητα στο Αιγαίο! Προσπαθεί λοιπόν να εμφανιστεί ως πιο εθνικιστής κι από τους… εθνικιστές!»

 

«ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ» ΟΙ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΣΤΗΝ ΒΑΡΝΑ

Μπορεί πολλοί πάντως να εξεπλάγησαν με την στάση του Τούρκου προέδρου στην συνάντηση κορυφής που έγινε στην Βάρνα της Βουλγαρίας, μιλώντας για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του, την οποία ο ίδιος πρόσφατα αποκήρυξε, όμως όπως τονίζει οκ. Ζάρρας: «Αυτό είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα της οθωμανικού τύπου διπλωματίας που είδαμε και στο παρελθόν με το μαστίγιο και το καρότο. Δυστυχώς για μας το ειδικό βάρος της Τουρκίας είναι τέτοιο που και οι Ευρωπαίοι δεν αποφασίζουν να προχωρήσουν σε αντίμετρα σε βάρος της τουρκικής επιθετικότητας. Αυτό είναι το δυσάρεστο για μας και έτσι πρέπει να ενταθούν οι προετοιμασίες μας για τα χειρότερα, ελπίζοντας παράλληλα στο καλύτερο δυνατό σενάριο της εκτόνωσης της τουρκικής επιθετικότητας και του περιορισμού της, σε κάποιον έστω βαθμό από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Όλα τα ενδεχόμενα είναι στο τραπέζι πάντως αφού η πιθανότητα να ξεσπάσει ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο πριν τρία χρόνια και ειδικά πριν την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος ήταν πολύ μικρότερη από ότι είναι σήμερα. Ο Ερντογάν πλέον έχει απαλλαχθεί από συμβούλους που ήταν περισσότερο μετριοπαθείς και ρεαλιστές και η κατάσταση σήμερα είναι πολύ πιο επικίνδυνη».