Παλιά Ξάνθη: Ένας «εικαστικός» οικισμός… χωρίς εικαστικές υποδομές

Π. Ξανθόπουλος: Χωρίς σύγχρονη δημιουργία και με… κλειστή πινακοθήκη δεν περιμένουμε πολλά πράγματα!

Παλιά Ξάνθη: Ένα σημείο της πόλης, όπου η ιστορία συναντά την αρχιτεκτονική και την αισθητική και συγχρόνως σημείο αναφοράς για εκείνους που επισκέπτονται την Ξάνθη και θέλουν να γνωρίσουν τα πλεονεκτήματά της… Τα πλακόστρωτα και τα γραφικά σοκάκια της, έχουν αποτυπωθεί σε χιλιάδες φωτογραφίες, ενώ δεν λείπουν τα τραπεζοκαθίσματα των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος που ιδιαίτερα το Καλοκαίρι, έχουν την τιμητική τους, πέραν απο την γνωστή σε όλους περίοδο, των Γιορτών Παλιάς Πόλης.

Κατά πόσο όμως ο μοναδικός αυτός οικισμός έχει και το ανάλογο εικαστικό – καλλιτεχνικό αποτύπωμα, προκειμένου να αποτελέσει «πόλο έλξης» για τους φιλότεχνους; Από τους πιο κατάλληλους να απαντήσει σ’ αυτό ο εκπρόσωπος της Φιλοπρόοδης Ένωσης Ξάνθης κ. Πασχάλης Ξανθόπουλος.

«ΛΕΙΠΕΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ – ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ – ΚΛΕΙΣΤΗ ΕΔΩ ΚΑΙ 2,5 ΧΡΟΝΙΑ Η ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ»

Πιο αναλυτικά ο ίδιος εξηγεί ότι «πρώτα από όλα λείπει το κομμάτι της δημιουργίας. Αυτήν την στιγμή εικαστικά –νομίζω ότι η πινακοθήκη είναι κλειστή εδώ και 2,5 χρόνια, οπότε δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να προβάλλει κάτι. Ο Τριαντάφυλλος Βαϊτσης είναι που έχει δική του γκαλερί και μια ακόμη που είχε στην Παλιά Πόλη, έφυγε. Οπότε γενικότερα για τα εικαστικά δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι. Και αυτό που υπήρχε στο «Ίδρυμα», νομίζω ότι έχει σταματήσει να υπάρχει σε μια τέτοια περιοδικότητα που να μπορεί να καλύπτει όχι μόνον τις ανάγκες των επισκεπτών –  γιατί δεν νομίζω ότι είμαστε και κάποια πόλη που χαρακτηρίζεται για την εικαστική της παραγωγή – αλλά και για τους ίδιους τους Ξανθιώτες. Δεν έχει κάτι που να μπορεί κάποιος δηλαδή να πει ότι θα μπορούσε να παρακολουθεί κάθε μήνα μια έκθεση (όπως γίνονταν ίσως και παλαιότερα). Και γενικότερα όμως, πέρα από το εικαστικό, η σύγχρονη δημιουργία είναι ένα κομμάτι που νομίζω ότι δεν είναι πολύ εμφανές στην πόλη μας. Και – όπως είπατε και εσείς – ο επισκέπτης θα έρθει να δει την παλιά πόλη. Έχουμε βασιστεί στην συντήρηση (ευτυχώς) των παλιών και την προβολή των προγόνων μας, αλλά νομίζω ότι όσον αφορά στην σύγχρονη δημιουργία δεν έχουμε και βασικές και μεγάλες υποδομές. Και τα φεστιβάλ που είχαμε, είναι ένα κομμάτι που στηρίζεται περισσότερο στην διασκέδαση – ψυχαγωγία (στην καλύτερη περίπτωση). Μέχρι εκεί. Δεν ξέρω αν μπορούμε να έχουμε κάτι άλλο που μας χαρακτηρίζει σαν σύγχρονη κοινωνία».

«ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ – ΘΑ ΠΕΡΠΑΤΗΣΟΥΝ, ΘΑ ΔΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΘΑ ΑΝΑΧΩΡΗΣΟΥΝ»

«Η Ξάνθη δεν έχει μεγάλη επισκεψιμότητα. Δεν είχε ποτέ επισκεψιμότητα ως πόλη – προορισμός. Η Ξάνθη έχει επισκεψιμότητα η οποία είναι διερχόμενη. Δηλαδή έχουμε επισκέπτες που είτε κάνουν ένα ταξίδι προς την Θράκη (πηγαίνοντας προς την Τουρκία) είτε κατεβαίνουν προς το εσωτερικό της Ελλάδας. Έχει αρκετά κρουαζιερόπλοια για τέτοιους τουρίστες, οι οποίοι όμως είναι με πολύ συγκεκριμένο budget. Θα βγουν, θα κάνουν έναν περίπατο στη πόλη, δεν θα μείνουν πουθενά (έχουν τον δικό τους προϋπολογισμό και προγραμματισμό) και γενικά δεν έχει κάτι που θα ήταν «μεγάλη ανάπτυξη». Δεν είμαστε ούτε Καβάλα, ούτε Θάσος, ούτε Αλεξανδρούπολη. Πρώτα από όλα, αν δείτε τους δείχτες – δυστυχώς – κάθε χρόνο κλείνει και ένα ξενοδοχείο. Είχαμε που είχαμε δηλαδή λιγότερα δωμάτια και όσο πάει, λιγοστεύουν ακόμη περισσότερο. Άρα δεν μπορούμε να συζητάμε για το τι θα κάνουν οι επισκέπτες στην Ξάνθη. Οι επισκέπτες στην Ξάνθη, είναι διερχόμενοι. Θα ανέβουν, θα κάνουν μια βόλτα, θα δουν την Παλιά Πόλη και στην καλύτερη περίπτωση (για εμάς τουλάχιστον που έχουμε συνεργασία με κάποια μεγάλα πρακτορεία) θα τους κάνουμε έναν περίπατο, θα μπουν στο Μουσείο (οπότε κάπως  έτσι έχουμε εξασφαλίσει την επισκεψιμότητα του Μουσείου) και από εκεί και πέρα, οι περισσότεροι θα αναχωρήσουν» συνέχισε ο ίδιος, τονίζοντας παράλληλα ότι «όσον αφορά στην καλλιτεχνική και εικαστική δημιουργία, νομίζω ότι σαν πρώτο μέλημα θα ήταν να είχαμε εξασφαλίσει μια παρουσία, δηλαδή υποδομές (γκαλερί, πινακοθήκες) κάτι που σημαίνει και μια περιοδικότητα σε εκθέσεις, με ανθρώπους που ασχολούνται με αυτό (επιμελητές, ιστορικούς τέχνης κ.α). Εφόσον αυτό το κέρδιζε ξανά η Ξάνθη, θα μπορούσε να παρουσιάσει την σύγχρονη δημιουργία και να γίνονταν και τα εικαστικά και η τέχνη ένας ακόμη «πόλος έλξης» για κάποιον που θα έρχονταν, ώστε να μπορούσε να μείνει ακόμη λίγες ώρες για να παρακολουθήσει και κάτι που θα είχε πολύ ενδιαφέρον και δεν θα το έβρισκε αλλού. Αλλά νομίζω ότι απομακρυνθήκαμε αρκετά πάλι από αυτό το κομμάτι του να παρουσιάσουμε κάτι εικαστικό και ο,τιδήποτε άλλο σύγχρονο».

«ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ…»

Κλείνοντας ο κ. Ξανθόπουλος, σημείωσε ότι «αν σκεφτείτε ότι πριν από 10-15 χρόνια είχε στο «Ίδρυμα» σχεδόν κάθε μήνα και μια έκθεση (και μιλούμε για εκθέσεις υψηλού βεληνεκούς), υπήρχε η Πινακοθήκη που παρουσίαζε κατά κάποιο τρόπο την «τοπική παραγωγή», υπήρξαν μέχρι πριν λίγα χρόνια τουλάχιστον 5-6-7 φεστιβάλ που είχαν έναν συνεχές χαρακτήρα, σήμερα νομίζω ότι όλα αυτά έχουν συρρικνωθεί αρκετά. Σαφώς συνέβαλε και ο κορωνοϊός, αλλά θα μπορούσε μετά από αυτό να υπάρχει ξανά μια «έξαρση» (γιατί και χρήματα έπεσαν). Οπότε μάλλον κάτι άλλο συμβαίνει και θα πρέπει να αναδιοργανωθεί κανείς για να το δει από την αρχή όλο αυτό. Οι Γιορτές Παλιάς Πόλης είναι μια εβδομάδα κατά την οποία οι σύλλογοι δραστηριοποιούνται και υπάρχει ένας κόσμος που έρχεται από τις 20.30 το βράδυ έως τις 01.00. Οι ΓΠΠ έχουν κάνει τον «κύκλο» τους. Νομίζω ότι ο παραδοσιακός οικισμός της Ξάνθης δεν είναι άγνωστος. Νομίζω ότι αυτό που θα χρειαστεί είναι μια νέα στοχοθέτηση…»