Στο 17,2% οι καλλιεργούμενες βιολογικές εκτάσεις στην Ελλάδα – 85.000 παραγωγοί

Η επιλογή βιολογικών προϊόντων δεν είναι μια τάση, αλλά μια ευκαιρία για υγιεινή/βιώσιμη διατροφή και φιλική προς το περιβάλλον, η προστασία του οποίου κρίνεται πιο επιτακτική από ποτέ, λόγω και της έντασης των συνεπειών της κλιματικής κρίσης.
Έτσι, καθίσταται σαφές ότι η περαιτέρω άνθιση του κλάδου, όχι μόνο θα σημάνει τον πολλαπλασιασμό της ευημερίας των πολιτών που τον «ψηφίζουν», αλλά κυρίως θα διασφαλίσει την προστασία του πλανήτη για τις μελλοντικές γενιές. Αυτό είναι και το μήνυμα που επιδιώκει να διατρανώσει το υπουργείο Αγροτικής.
«Αν δεν περιοριστεί ακόμη περισσότερο η ανθρώπινη δραστηριότητα στις αγροτικές καλλιέργειες, πραγματικά το αύριο για τις επόμενες γενιές προοιωνίζεται εξαιρετικά δυσοίωνο», επισημαίνει, η προϊσταμένη Διεύθυνσης Συστημάτων Ποιότητας και Βιολογικής Γεωργίας του ΥΠΑΑΤ, Ελένη Τζαβάρα.
Η Ελλάδα «δεν τα πάει και άσχημα» στον τομέα της βιολογικής γεωργίας, σημειώνει η κ. Τζαβάρα, σπεύδοντας, ωστόσο, να προσθέσει πως μένουν ακόμα πολλά να γίνουν και «δρόμος να καλυφθεί».
Με βάση στοιχεία του 2022, σε επίπεδο Ευρώπης των 27, η Ελλάδα κατατάσσεται στην έκτη θέση σε ό,τι αφορά το ποσοστό των καλλιεργούμενων εκτάσεων με βιολογικές μεθόδους και διαμορφώνεται στο 17,2%, ενώ προηγούνται η Αυστρία με 25,3%, η Εσθονία με 23,4%, η Σουηδία με 19,9%, η Πορτογαλία με 19,3% και η Ιταλία με 18,1%. Τις «χειρότερες» επιδόσεις εμφανίζουν η Μάλτα, με το ποσοστό επί των καλλιεργούμενων εκτάσεων που γίνονται με βιολογικές μεθόδους να διαμορφώνεται στο 0,6%, η Βουλγαρία και η Ιρλανδία με 2,2%, οι Κάτω Χώρες με 4,4%, η Πολωνία με 3,9% και η Ρουμανία με 5,1%. Χαμηλά ποσοστό εμφανίζουν και η Γερμανία με 9,8%, η Γαλλία με 10,1% και η Ισπανία με 10,8%.
«Ο εθνικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης και του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είναι το 2030 η Ελλάδα να καλλιεργεί τουλάχιστον σε ποσοστό 20% επί των συνολικών εκτάσεων με βιολογικές μεθόδους», σημειώνει η κ. Τζαβάρα και υπενθυμίζει ότι ο ευρωπαϊκός στόχος που έχει τεθεί αφορά στο 25% στην επόμενη εξαετία.
Ποια είναι η κατάσταση του βιολογικού τομέα στην Ελλάδα
Η βιολογική γεωργία στη χώρα μας κερδίζει έδαφος συνεχώς, με αργά μεν αλλά σταθερά βήματα, λέει η κ. Τζαβάρα, σύμφωνα με την οποία εκτιμώνται σε 80.000 με 85.000 οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων, έναντι των 60.993 το 2022, οπότε καταγράφονταν περισσότεροι σε ποσοστό 70% σε σχέση με το 2021. Οι βιολογικοί παραγωγοί καλλιεργούν σήμερα πάνω από εννέα εκατομμύρια στρέμματα με βιολογικές μεθόδους.
Χαμηλότερα καταγράφονται τα ποσοστά στη βιολογική κτηνοτροφία στη χώρα μας, αν και όπως αναφέρει η ίδια, γίνονται «φιλότιμες» και καθοριστικής σημασίας προσπάθειες να αυξηθούν. Συγκεκριμένα, κατά την ίδια, με βιολογικές μεθόδους εκτρέφονται πρόβατα σε ποσοστό 67,3%, αίγες σε 19,6%, όρνιθες σε 6,6%, αγελάδες σε 6,4% και χοίροι σε 0,1%.
Απευθυνόμενη στους καταναλωτές, τους καλεί να επιλέγουν βιολογικά προϊόντα, σημειώνοντας ότι η τιμή τους δεν είναι ούτε υψηλότερη -τις περισσότερες φορές- ούτε όμως και απαγορευτική στις ομώνυμες βιολογικές αγορές που έχουν θεσπιστεί στη χώρα μας. Τους διαβεβαιώνει, δε, ότι με τους εκτεταμένους και εντατικούς ελέγχους που γίνονται πλέον, τόσο από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τους εκπροσώπους οργανισμών του ΥΠΑΑΤ, όσο και από τους ίδιους τους βιοκαλλιεργητές, «τα προϊόντα που αγοράζετε ως βιολογικά, είναι όντως βιολογικά και διαπιστευμένα και εγκεκριμένα από 16 διαφορετικούς οργανισμούς ελέγχου και πιστοποίησης». Άλλωστε, όπως προσθέτει χαρακτηριστικά, η ΕΕ διαθέτει και σε αυτόν τον τομέα έναν από τους πιο αυστηρούς κανονισμούς που έχουν καταρτιστεί παγκόσμια.
Μεταξύ άλλων, η ίδια σημειώνει ότι στα πολλαπλά οφέλη της βιολογικής γεωργίας συμπεριλαμβάνονται τα εξής: διατηρεί και ενισχύει τη γονιμότητα του εδάφους, την ποιότητα των υδάτων, την υγεία των φυτών, των ζώων και του ανθρώπου ως ένα αδιαίρετο σύνολο, βασίζεται στα ζωντανά οικοσυστήματα, δραστηριοποιείται σε αυτά και συμβάλλει στη διατήρησή τους, έχει ως βάση της τις σχέσεις που διασφαλίζουν δικαιοσύνη σε ό,τι αφορά το περιβάλλον και τις διαδικασίες της ζωής και εφαρμόζεται με προληπτικό και υπεύθυνο τρόπο ώστε να προστατεύει την υγεία και την ευημερία των σημερινών και των μελλοντικών γενεών και του περιβάλλοντος.
Οι στόχοι της βιολογικής γεωργίας είναι: η παραγωγή ασφαλών τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας, η συνολική προστασία του περιβάλλοντος, η βιώσιμη χρήση της ενέργειας και των φυσικών πόρων, η συντήρηση και η αύξηση της γονιμότητας και της βιολογικής δραστηριότητας του εδάφους, η προστασία της υγείας των αγροτών και των καταναλωτών από την έκθεση σε επιβλαβείς χημικές ουσίες και η εξασφάλιση της υγείας και της ευζωίας των ζώων.
Σε νέο σταυροδρόμι ο κλάδος των βιολογικών – Μύθος για ακρίβεια στις υπαίθριες αγορές
«Παλιότερα, η πρόκληση ήταν να φύγουμε από τη συμβατική παραγωγή, από τα χημικά λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα, τα δηλητήρια, τώρα η πρόκληση έχει αλλάξει», επισημαίνει, ο πρόεδρος της Ένωσης Βιοκαλλιεργητών Βόρειας Ελλάδας, Νίκος Ιωάννου. Η Ένωση ιδρύθηκε το 2002, αριθμεί περισσότερα από 100 μέλη, αγρότες από την ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Ελλάδας, οι οποίοι καλλιεργούν από ένα έως και 200 στρέμματα. «Στοχεύουμε πάντα στην αύξηση του βιολογικού δυναμικού που δεν έχει να κάνει με τα στρέμματα, αλλά με την ίδια την οντότητα που καλλιεργεί, παράγει και αποδίδει, καθαρή τροφή με το λιγότερο δυνατό οικολογικό αποτύπωμα», τονίζει και ξεκαθαρίζει ότι «το θέμα για εμάς είναι να δεχόμαστε τους ανθρώπους ανεξαρτήτως μεγέθους της αγροτικής “επιχείρησής” τους».
Αναφερόμενος στο νέο σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται μπροστά η βιολογική γεωργία, ο κ. Ιωάννου, σημειώνει ότι «οι προκλήσεις παραμένουν, έχοντας ωστόσο αλλάξει …ρότα».
Όπως εξηγεί, «πλέον, θα πρέπει εμείς οι βιοκαλλιεργητές να μετατραπούμε σε μια δύναμη αναγεννητικής γεωργίας, με αειφορία, βιοποικιλότητα, διατήρηση των παραδοσιακών σπόρων, να δεσμεύουμε τον άνθρακα, προστατεύοντας ό,τι υπάρχει γύρω μας, φροντίζοντας με σεβασμό το μέλλον των παιδιών μας», υπογραμμίζει.
Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνει ότι οι προκλήσεις δεν αντιμετωπίζονται με στρεμματικές, πλασματικές αυξήσεις, αλλά με τη δημιουργία περισσότερων, μικρών βιολογικών αγροκτημάτων, που θα στηρίζονται από τους κρατικούς φορείς. «Αυτό είναι το “στοίχημα” και δυστυχώς οι αποφάσεις της ΕΕ βρίσκονται πολύ μακριά από τον στόχο. Δυστυχώς στήριξη στους παραγωγούς, ειδικά στους μικρούς, δεν υπάρχει», επισημαίνει και προσθέτει με παράπονο: «καλλιεργώ 15 χρόνια επτά στρέμματα με βιολογικές μεθόδους, έχω πενταμελή οικογένεια και μέχρι σήμερα δεν έχουμε λάβει ούτε ένα σεντ για στήριξη και ενθάρρυνση».