
Τ. Μακρή: «Χάος και χαλαρές σχέσεις στην οικογένεια, η αιτία της βίας μεταξύ ανηλίκων»
Με αφορμή και το πρόσφατο περιστατικό στην Ξάνθη…
«Καθημερινότητα» αποτελούν πλέον τα φαινόμενα βίας μεταξύ ανηλίκων, εντός αλλά και εκτός σχολικού περιβάλλοντος (και ιδιαιτέρως μεταξύ κοριτσιών το τελευταίο διάστημα), με τις βίαιες πράξεις μάλιστα να αναρτώνται και στα social media. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το προχθεσινό περιστατικό στην Ξάνθη, όπου ένα κορίτσι 13 ετών, συνάντησε στο δρόμο μια 14χρονη και την χτύπησε στο πρόσωπο και στο σώμα, ενώ ταυτόχρονα την έπιασε από τα μαλλιά και την τραβούσε με δύναμη. Μάλιστα πάνω στη πάλη, η 13χρονη της έσκισε τα ρούχα, ενώ μια 16χρονη φίλη της τραβούσε με το κινητό της τηλέφωνο τον ξυλοδαρμό. Βίντεο το οποίο την επομένη αναρτήθηκε από την θύτη, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το θύμα κατήγγειλε την επίθεση στην Ασφάλεια Ξάνθης, συνελήφθη η 13χρονη αλλά και η μητέρα της για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου. Με εντολή εισαγγελέα μητέρα και κόρη αφέθηκαν ελεύθερες.
Ποιοι είναι όμως οι λόγοι που ολοένα και περισσότερο συμβαίνουν τέτοια περιστατικά; Κατά πόσο ευθύνεται το οικογενειακό περιβάλλον; Πότε – και γιατί – πρέπει να «χτυπήσει» το «καμπανάκι» στους γονείς των εφήβων;
Όλα τα παραπάνω ερωτήματα έθεσε η «Θ» στην γνωστή Ψυχολόγο και Συγγραφέα κ. Τένια Μακρή, η οποία μιλά αποκλειστικά στην «Θ» για τα την βία μεταξύ ανηλίκων.
«ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΡΜΟΝΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΧΑΩΔΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΧΑΛΑΡΕΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ»

Αναλυτικότερα, η ίδια εξήγησε αρχικά ότι: «Αν κοιτάξουμε στην οικογένεια των κοριτσιών αυτών, θα δούμε ότι δεν υπάρχει αρμονία μέσα στην οικογένεια, αλλά μια χαώδης κατάσταση και κυρίως υπάρχουν χαλαρές συναισθηματικές σχέσεις και έλλειψη επικοινωνίας. Και όταν μιλάμε για επικοινωνία, εννοούμε να έχουν δημιουργήσει τα παιδιά μας μια τέτοια σχέση εμπιστοσύνης με τον γονιό τους, που να μπορούν να προβάλλουν τους προβληματισμούς τους και όλα αυτά που αφορούν και απασχολούν την εφηβεία σήμερα. Εκείνο που η ηλικία της εφηβείας έχει ανάγκη, είναι να προβάλλει την δύναμή της. Να πει ότι «εγώ μπορώ με την δύναμή μου να αλλάξω το κατεστημένο, να αλλάξω αυτό που ζω». Με άλλα λόγια είναι μια κραυγή αυτών των παιδιών. Λένε «προσέξτε μας. Έχουμε προβλήματα και φόβους». Ο φόβος είναι «να μην αντιληφθείς το πόσο αδύναμος και ευάλωτος είμαι. Άρα σου επιτίθεμαι, βγάζω την οργή μου, βγάζω τον θυμό μου, για να σε κρατήσω μακριά για να μην καταλάβεις πόσο αδύναμος είμαι. Γιατί εγώ μέσα στην οικογένειά μου δεν υπολογίζομαι, δεν απολαμβάνω τον σεβασμό, διότι δεν έχω δει ούτε τους γονείς μου να αποδίδουν μεταξύ τους την αποδοχή και τον σεβασμό». Έχουμε πει και άλλη φορά ότι η βία διδάσκεται. Είναι κάτι που εμείς το διδάσκουμε στα παιδιά μας και τα παιδιά μας στα δικά τους παιδιά κ.ο.κ. Βλέπετε όμως ότι αυτό έχει πάρει μια άλλη προέκταση σήμερα. Ότι «ναι μεν εγώ επιτίθεμαι σε ένα κορίτσι ή σε ένα αγόρι, αλλά επειδή αυτό πρέπει να το προβάλλω και να δείξω την δύναμή μου έξω, το βιντεοσκοπώ, το ανεβάζω στα social media και βλέπω πόσο δημοφιλής είμαι. Ποιος με έχει προσέξει; Πόσα likes έχω πάρει; Άρα… είμαι σημαντικός/η».
«ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ «ΣΩΣΤΟΣ ΓΟΝΙΟΣ» – ΤΟ 80%-95% ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ, ΜΕΓΑΛΩΝΟΥΝ ΣΕ ΚΑΚΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ»
Επίσης, η κ. Μακρή, εντόπισε και ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα από την πολιτεία, δίνοντας μάλιστα κατά προσέγγιση και πολύ υψηλά ποσοστά, λέγοντας: «το παραπάνω συμβαίνει στα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που δεν έχει συνοχή. Εννοώ ότι οι γονείς είναι συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι είτε επειδή εργάζονται πολλές ώρες είτε επειδή έχουν αρκετά προβλήματα είτε επειδή θεωρούν ότι παρέχουν στα παιδιά τους την ύλη, είναι και καλοί γονείς. Εδώ δεν είναι θέμα να είναι κανείς καλός γονιός, αλλά να είναι σωστός γονιός. Και σωστός γονιός σημαίνει σέβομαι τον εαυτό μου, σέβομαι το παιδί μου, σέβομαι τον σύντροφό μου, βλέπω τις ανάγκες του παιδιού μου, σέβομαι την μοναδικότητα του παιδιού μου και το υπολογίζω ως ένα αυθύπαρκτο άτομο, που από την στιγμή που το έφερα στον κόσμο, πρέπει να του προσφέρω όλο τον συναισθηματικό πλούτο που θα πρέπει να έχει ώστε να σταθεί στα πόδια του σαν ένας ώριμος ενήλικας. Θα πρέπει να σας πω όμως ότι, δυστυχώς, μόνον ένα 20% των παιδιών μεγαλώνουν σε αυτές τις οικογένειες. Το μεγαλύτερο ποσοστό (80%) των παιδιών, μεγαλώνουν μέσα σε κακοποιητικά περιβάλλοντα. Μην ξεχνάτε ότι αυτές οι συμπεριφορές δεν είναι συμπεριφορές που τα παιδιά τις μιμούνται στα 13-14 χρόνια τους. Είναι συμπεριφορές που έχουν βιώσει στην παιδική τους ηλικία, όταν οι γονείς τους (η μητέρα τους και ο πατέρας τους) ήταν τα πρόσωπα που έπρεπε να τους δώσουν συναισθηματική ασφάλεια. Αν αυτήν την ασφάλεια δεν την παρείχαν, στην παιδική ηλικία (που απορροφούμε 100% τις συμπεριφορές των γονιών μας, διότι αυτούς πιστεύουμε) αναμφισβήτητα αυτές οι συμπεριφορές βγαίνουν στην ηλικία εκείνη που το παιδί θέλει να δείξει την μοναδικότητά του. Ότι και αυτό έχει λόγο και ύπαρξη μέσα στο κοινωνικό σύνολο».
«ΕΝΑ ΣΤΑ ΤΡΙΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΣΤΑ ΟΚΤΩ ΑΓΟΡΙΑ, ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΑ – ΑΥΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΣΕ ΚΑΚΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ»

Επιπλέον, η κ. Μακρή, υπογράμμισε ότι: «σύμφωνα με το νέο μου βιβλίο «κάνε αυτό που σου λέω, αλλιώς…» που κυκλοφόρησε πρόσφατα, ένα στα τρία κορίτσια και ένα στα οκτώ αγόρια, βιάζεται σεξουαλικά σήμερα. Αντιλαμβάνεστε ότι δεν είναι μικρά τα νούμερα και είναι στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Υγείας. Άρα θα πρέπει να μας προβληματίσει η συνοχή που υπάρχει στην οικογένεια, το πώς αντιλαμβανόμαστε ότι η οικογένεια είναι το πρώτο κοινωνικό σύστημα μέσα στο οποίο το παιδί μας αναπτύσσει την προσωπικότητά του. Αναμφισβήτητα, γεννιόμαστε με κάποιες καταβολές και κάποιο κληροδότημα, αλλά εκείνο που σμιλεύεται είναι μέσα στην οικογένεια. Ακολουθεί το σχολείο, που είναι το δεύτερο κοινωνικό σύνολο και μετά πάμε στο ευρύ κοινωνικό σύνολο, που βγαίνει πια το παιδί στην εφηβεία. Εάν αυτά τα στάδια το παιδί δεν τα περάσει σε ένα σταθερό περιβάλλον, με επικοινωνία με τους γονείς (που πρέπει να είναι και συναισθηματικά παρόντες) το παιδί θα αναζητήσει αυτήν την «ασφάλεια» κάπου αλλού. Και όταν το παιδί αναζητά την αγάπη κάπου αλλού, εκτός από την οικογένειά του, την «πληρώνει» πάρα πολύ ακριβά. Θα αναφερθώ σε τρεις συμπεριφορές – που αναφέρονται στο βιβλίο μου – ενός παιδιού που μεγαλώνει μέσα σε κακοποιητικό περιβάλλον. Ένα παιδί θα γίνει φροντιστής. Θα μάθει να φροντίζει την οικογένεια αυτή ώστε να κατευνάσει την βία που υπάρχει και να μην ξεσπάσει η βία επάνω του. Βλέποντας την βία στους γονείς, γίνεται το καλό παιδί που ανά πάσα στιγμή κάνει τα θελήματα των γονιών και μεγαλώνοντας λέει στους γονείς «μην μαλώνετε. Όλο μαλώνετε». Η δεύτερη συμπεριφορά είναι η αφάνεια. Παιδιά που είναι εσωστρεφή, δεν εκδηλώνονται, δεν μιλούν, προσπαθούν να είναι αφανή ώστε γλιστρώντας μέσα από την βία, να «σκεπάσουν» και να «μουδιάσουν» το συναίσθημά τους. Έτσι μένουν χαμηλωμένα και αφανή. Είναι εκείνα τα παιδιά που δεν βλέπει και δεν ακούει κανείς, είναι κλεισμένα στο δωμάτιό τους και είναι και αυτοί οι ενήλικες που προσπαθούμε να «ξεκλειδώσουμε» για να καταλάβουμε πως νιώθουν, τι θέλουν και πως εκδηλώνονται. Η τρίτη συμπεριφορά είναι η επιθετικότητα. Είναι τα εκδικητικά παιδιά. Εκείνα που κάτω από τον φόβο να μην αντιληφθούν την αδυναμία τους, γίνονται επιθετικά και βγάζουν οργή και θυμό. Οι γονείς – εάν είναι παρόντες- μπορούν να διαγνώσουν αυτές τις συμπεριφορές. Αν όμως δεν είναι παρόντες, θα πουν ότι το παιδάκι τους είναι καλό (φροντιστής) ή του κάνουν τα χατίρια αλλά εκείνο δεν θέλει (αφανές) ή θα είναι το παιδί που θα προσπαθούν να συμμαζέψουν μέσα από τις αλάνες, από τον δρόμο και μέσα από ένα εκρηκτικό περιβάλλον. Γιατί το παιδί θα ενταχθεί στο περιβάλλον που το εκπροσωπεί περισσότερο».
«ΠΡΕΠΕΙ ΩΣ ΓΟΝΙΟΣ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΠΑΡΩΝ ΦΥΣΙΚΑ, ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ»
Κλείνοντας, η ίδια υπογράμμισε το γεγονός πως: «όταν αποφασίσουμε να γίνουμε γονείς, να δούμε πόση ωριμότητα έχουμε για να είμαστε γονείς, πως οι δικοί μας γονείς μας έχουν μεγαλώσει και πως αυτές τις συμπεριφορές τις παίρνουμε μαζί μας και τις πάμε στα δικά μας παιδιά. Το να φέρω ένα παιδί στον κόσμο, όταν έχω και ευγονία, είναι εύκολη υπόθεση. Αλλά πρέπει να είμαι έτοιμος/η να βγάλω κάποια κομμάτια της δικής μου ζωής. Να είμαι παρών και φυσικά και συναισθηματικά και πνευματικά».