Τη δέσμευση για νέες αλλαγές στο νόμο Κατσέλη πριν τον Ιούλιο ανέλαβε στο Eurogroup ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ανταποκρινόμενος, με αυτό τον τρόπο, στις ισχυρές πιέσεις που είχαν ασκήσει προς αυτή την κατεύθυνση το τελευταίο διάστημα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, με προεξάρχουσα την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η σχετική αναφορά στο ανακοινωθέν του χθεσινού Eurogroup για την Ελλάδα «φωτογραφίζει» τις αλλαγές που θα διαπραγματευθεί η κυβέρνηση με τους Ευρωπαίους, στο πλαίσιο της τρίτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, η οποία αρχίζει άμεσα με την κάθοδο τεχνικών κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα:
Χαιρετίζουμε τη δέσμευση των ελληνικών αρχών να εναρμονίσουν και να βελτιώσουν τους επόμενους μήνες με ολιστικό τρόπο τα καθεστώτα πτώχευσης και αφερεγγυότητας, αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση των υπουργών Οικονομικών.
Το ζήτημα της αλλαγής των διατάξεων του «παλιού» νόμου Κατσέλη, που παραμένουν σε ισχύ μετά την αλλαγή του άρθρου 9 για την πρώτη κατοικία, για το οποίο το Eurogroup σημείωσε με έμφαση ότι θα ισχύσει ως το τέλος του 2019, βρέθηκε στο επίκεντρο των τελευταίων διαπραγματεύσεων για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Μετά την ολοκλήρωση των συζητήσεων, η Κομισιόν, στο συμπληρωματικό κείμενο αξιολόγησης της οικονομίας, σημείωσε τη δέσμευση της κυβέρνησης να προχωρήσει άμεσα σε νέες αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, προκειμένου να κλείσουν «παράθυρα» που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν επιτήδειοι κακοπληρωτές.
Για τα ισχύοντα άρθρα του νόμου Κατσέλη, η ΕΚΤ έχει εκφράσει, σε γνωμοδότησή της, την ανησυχία ότι μπορεί, σε συνδυασμό και με τη νέα ρύθμιση για την πρώτη κατοικία, να δημιουργήσουν πρόσθετους κινδύνους για τις τράπεζες.
Η Κομισιόν επανήλθε στο θέμα αυτό, με τη συμπληρωματική αξιολόγηση που έκανε για λογαριασμό του Eurogroup, τονίζοντας ότι «οι ευρωπαϊκοί θεσμοί καλωσορίζουν τη δέσμευση των ελληνικών αρχών να αναλάβουν δράση για την ενοποίηση των νόμων που σχετίζονται με την αφερεγγυότητα/πτώχευση ιδιωτών και την αναδιάρθρωση χρέους».
Με τον τρόπο αυτό, πρόσθεσε η Κομισιόν, θα αρχίσει μια μεταρρύθμιση του νόμου Κατσέλη, που θα πρέπει να ολοκληρωθεί ως τα μέσα του 2019, με σκοπό να «διασφαλισθεί η σαφήνεια και συνέπεια του νομικού πλαισίου, να αφαιρεθούν “παράθυρα” που μπορούν να τύχουν καταχρηστικής εκμετάλλευσης για να εμποδιστεί η αναγκαστική εκτέλεση (σ.σ.: πλειστηριασμοί), να προστεθούν δικλείδες ασφαλείας που θα είναι αποτελεσματικές στην αποτροπή των στρατηγικών κακοπληρωτών και θα διευρύνουν την κουλτούρα των διμερών και πολυμερών εξωδικαστικών διευθετήσεων».
Στο στόχαστρο το άρθρο 8
Όπως έχει αποκαλύψει το Σin, το άρθρο του νόμου Κατσέλη που προβληματίζει ιδιαίτερα τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και θα τεθεί σε αναθεώρηση, είναι το άρθρο 8 για την παροχή δικαστικής προστασίας σε δανειολήπτες.
Αυτό προβλέπει ότι, όταν ένα σχέδιο ρύθμισης δεν γίνεται δεκτό από τους πιστωτές, το δικαστήριο ελέγχει την ύπαρξη των αμφισβητούμενων απαιτήσεων και την πλήρωση των προϋποθέσεων για τη ρύθμιση των οφειλών και απαλλαγή του οφειλέτη.
Ορίζει, επίσης, ότι, αν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν είναι επαρκή, το δικαστήριο, αφού αφαιρέσει το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των ευλόγων δαπανών διαβίωσης του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, διατάσσει την καταβολή μηνιαίως, για χρονικό διάστημα τριών ετών, του ποσού που απομένει με βάση τα περιουσιακά στοιχεία και τα πάσης φύσεως εισοδήματά του, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών. Με αυτή τη διαδικασία «κουρεύεται» η δόση που είναι υποχρεωμένος να πληρώνει ο οφειλέτης.
Επίσης, σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ίδιας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές. Το δικαστήριο μπορεί με την ίδια απόφαση να ορίσει, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Η απόφαση που ορίζει μηνιαίες καταβολές είναι αμέσως εκτελεστή και δεν επιτρέπεται δικαστική αναστολή της.
Αυτές οι ρυθμίσεις ζητείται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να τροποποιηθούν προς το αυστηρότερο, για να μην δίνουν ευκαιρίες καταχρηστικής αξιοποίησης από επιτήδειους κακοπληρωτές.